2012-10-24 09:39:09
Φωτογραφία για Η οικονομία κρίνει τον Ομπάμα
By  Martin Wolf 

Πόσο άσχημη πορεία είχε η αμερικανική οικονομία υπό τον Πρόεδρο Barack Obama; Ο Ronald Reagan είχε θέσει την πολιτική βερσιόν αυτής της ερώτησης στο προεδρικό debate με τον Jimmy Carter το 1980, όταν ρώτησε: “Είστε σε καλύτερη κατάσταση απ’όσο ήσασταν τέσσερα χρόνια πριν;” Είναι, φυσικά, η ερώτηση που κάνει ο Mitt Romney τώρα. 

Με μια πρώτη ματιά, η απάντηση είναι αυτή: Λιγάκι καλύτερα. Στο β΄ τρίμηνο του 2012, το πραγματικό ΑΕΠ ήταν 5,2% υψηλότερο σε σχέση με το δ΄ τρίμηνο του 2008, το τελευταίο πλήρες τρίμηνο πριν αναλάβει ο κ. Obama. Το ποσοστό της ανεργίας στο 7,8% τον Σεπτέμβριο ήταν το ίδιο με του Ιανουαρίου 2009. 

Όμως, από τότε που ανέλαβε, όταν η οικονομία βρισκόταν στα πρόθυρα μιας τεράστιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι αναλυτές θα πρέπει να αναρωτηθούν κατά πόσον αυτή η εμφάνιση είναι αξιοπρεπής για τα δεδομένα, όπως υποστηρίζουν οι υποστηρικτές του, ή έχει απογοητεύσει, όπως επιμένουν οι αντιπαλοι. 


Ο John Taylor, καθηγητής στο Stanford University, πολύ αξιοσέβαστος μακροοικονομολόγος, δεν έχει καμιά αμφιβολία για την απάντηση. Σε πρόσφατο blog, ισχυρίζεται ότι εύρωστη ανάπτυξη, συνήθως, ακολουθεί τις κρισεις στις ΗΠΑ, με εξαίρεση σε αυτόν το κανόνα την τρέχουσα ανάκαμψη. Επιπλέον, ισχυρίζεται, υπάρχει κακή στρατηγική. Είναι γεγονός ότι ο καθηγητής Taylor είναι μέλος του οικονομικού επιτελείου του κ. Romney. Ωστόσο το ερώτημα παραμένει: Έχει δίκιο; Η απάντηση είναι: Όχι. Αλλά είναι σημαντικό να αναρωτηθούμε το γιατί.

Το πρώτο ερώτημα είναι κατά πόσον ο Taylorσυγκρίνει όμοια πράγματα. Εναντίον του υπάρχει το επιχείρημα ότι οι μετασεισμικές δονήσεις από τις συστημικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις, είναι χειρότερες από τις συνήθεις διολισθήσεις. Η έρευνα της Carmen Reinhart και του Kenneth Rogoff στο κλασικό βιβλίο τους «This Time is Different» σχηματοποίησε αυτή την άποψη. Την υποστηρίζει επίσης η δουλειά του ιστορικού οικονομίας Alan Taylor του University of Virginia, που περιλαμβάνεται στην εργασία «The Great Leveraging». 

Το δεύτερο ερώτημα είναι κατά πόσον αποτελεί καλό μέτρο για την επιτυχία η ταχύτητα της ανάκαμψης. Η απάντηση είναι: Όχι. Για να το καταλάβουμε πρέπει να δούμε στις συστημικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις που ξεκίνησαν το 1893, 1907, 1929 και 2007 αντιστοίχως. Αυτό που ξεχωρίζει στην πρόσφατη ύφεση δεν είναι η αδυναμία της ανάκαμψης, αλλά το μικρό μέγεθος της συρρίκνωσης. Ο βασικός λόγος που η ανάκαμψη δείχνει τόσο αδύναμη, είναι ότι η συρρίκνωση ήταν ήπια, σε σχέση με την κλίμακα της κρίσης. Κι αυτό ήταν τεράστια επιτυχία στρατηγικής. Και είναι αυτό που έχει σημασία. Μια δυνατή ανάκαμψη από μια βαθιά ύφεση δεν είναι καλύτερο αποτέλεσμα από μια αργή ανάκαμψη από ηπιότερη ύφεση. 

Το τρίτο ερώτημα είναι κατά πόσον είναι σωστό να επικεντρωνόμαστε αποκλειστικά στην αμερικανική εμπειρία. Κάποιοι οικονομολόγοι, όπως ο Michael Bordo, διαμαρτύρονται ότι οι καθηγητές Reinhart και Rogoff συσσωρεύουν παραδείγματα χωρών «με διαφορετικούς θεσμούς, χρηματοοικονομικές δομές και οικονομικές πολιτικές». Οι δύο Καθηγητές οπωσδήποτε έχουν δίκιο να απορρίπτουν αυτή την προσφυγή στην «εξαιρετική περίπτωση» της Αμερικής. 

Αντιθέτως, οι διεθνείς συγκρίσεις που κάνουν οι Reinhart και Rogoffαποδεικνύονται αποκαλυπτικές. Η πορεία των ΗΠΑ στην κρίση αυτή είναι αισθητά καλύτερη από την μέση πορεία άλλων κρατών υψηλού εισοδήματος, που χτυπήθηκαν από το πρόσφατο κύμα συστημικών τραπεζικών κρίσεων. 

Και πάλι, η ανάλυση στηρίζει την άποψη ότι οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις πράγματι προκαλούν βαθύτερες και πιο μακρές υφέσεις. Με δεδομένα για 200 και πλέον υφέσεις σε 140 χρόνια σε 14 υψηλού εισοδήματος χώρες, ο Τaylorισχυρίζεται ότι ο συνδυασμός πιστωτικής άνθιση με χρηματοοικονομική κρίση, δημιουργεί «ανώμαλα σοβαρές πτωτικές πιέσεις στην ανάπτυξη, τις τιμές και την δημιουργία κεφαλαίου, για παρατεταμένες περιόδους». 

Συνοπτικά, δεν έχουμε λογο να θεωρούμε την εμφάνιση της αμερικανικής οικονομίας υπό τον Πρόεδρο Obama"φτωχή", με δεδομένες τις συνθήκες που κληρονόμησε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η ανάκαμψη δεν μπορούσε να ήταν πολύ δυνατότερη. 

Η στήριξη από την πολιτική για δυνατότερη ανάπτυξη ήταν ανεπαρκής. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι η κυβέρνηση υποτίμησε τις δυνάμεις της συρρίκνωσης. Πολύ περισσότερο, εξαιτίας της αντίθεσης των Ρεπουμπλικανών σε οποιαδήποτε στήριξη. 

Σε μια οικονομία που επηρεάζεται από το σκάσιμο μιας τεράστιας πιστωτικής έκρηξης, οι δυνάμεις της συρρίκνωσης ήταν προβλεπόμενο να είναι και έντονες και διαρκείς. Με τα επιτόκια στο μηδέν, η αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής ήταν περιορισμένη. Με αυτά τα δεδομένα, το σχέδιο για την Αμερικανική Ανάπτυξη και Επανεπένδυση, που αντιστοιχούσε σε κάτι λιγότερο του 2% του ΑΕΠ στα χρόνια που εφαρμόστηκε, απλά ήταν πολύ μικρό. 

Το μεγάλο επίτευγμα της στρατηγικής, ήταν να περιορίσει την σοβαρότητα της ύφεσης μετά την κρίση. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην Federal Reserve και την απόφαση να αποτρέψει μια χρηματοπιστωτική κατάρρευση το Φθινόπωρο του 2008. Οφείλεται όμως και στην ευαίσθητη, έστω και περιορισμένη, δράση της κυβέρνησης. Επιπλέον, με βάση ιστορικές και διεθνείς συγκρίσεις, η αμερικανική οικονομία έχει αρκετά καλή εμφάνιση. 

Το να επικεντρωνόμαστε στην ανάπτυξη χωρίς να κοιτάμε την συρρίκνωση, είναι αποπροσανατολιστικό. Τέλος, για τον βαθμό που δεν ήταν ισχυρότερη αυτή η ανάκαμψη, οι κωλυσιεργίες των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο φέρουν μεγάλη ευθύνη. 

Το μεγάλο ερώτημα είναι: Τι θα ακολουθήσει; Ποιος έχει τις στρατηγικές που θα διασφαλίσουν μια δυνατή και σταθερή ανάκαμψη στις ΗΠΑ; Σκοπεύω να ασχοληθώ με αυτό το ερώτημα την επόμενη εβδομάδα. 

 Εuro2day.gr

ΠΗΓΗ: FT.com

Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ