2012-04-11 15:12:01
Φωτογραφία για Στο... λίπασμα η Ελλάδα αναστενάζει!
Η γεωργία αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 6% του ΑΕΠ της χώρας σήμερα έναντι 20% στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Όμως, δεν είναι λίγοι εκείνοι που τη θεωρούν έναν από τους πολλά υποσχόμενους τομείς της ελληνικής οικονομίας, με καλές μεσοπρόθεσμες προοπτικές.

Η γεωργία, παρά τα δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας πιο βραχυπρόθεσμα μέσω της αύξησης των εξαγωγών και της υποκατάστασης των εισαγωγών.

Δεν θα είναι εύκολο αν, όπως είναι πλέον πιθανό, προκύψουν ελλείψεις στην αγορά λιπασμάτων από το φθινόπωρο.

Κι όμως, αυτό ακριβώς μπορεί να συμβεί από τη στιγμή όπου η υπερχρεωμένη πρώην ΒΦΛ (Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων) βρίσκεται αντιμέτωπη με το λουκέτο και οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου δεν διαθέτουν ούτε τα αποθέματα ούτε πρόσβαση στην απαραίτητη χρηματοδότηση για να καλύψουν το πιθανό κενό.


Για να κατανοήσει κανείς το μέγεθος του προβλήματος θα πρέπει να λάβει υπόψη του κάποια δεδομένα.

Σύμφωνα με επιχειρηματίες του κλάδου, η πρώην ΒΦΛ έχει παραγωγική δυνατότητα κάπου 700 χιλ. τόνους λίπασμα ετησίως. Από αυτούς, τους 400 χιλ. τόνους και πλέον τους πουλά στην εγχώρια αγορά και τους υπόλοιπους τους εξάγει.   Όμως, η εταιρεία έχει ζημίες και αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας, με αποτέλεσμα να μην μπορεί εδώ και καιρό να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις της προς τρίτους, π.χ. ΔΕΠΑ.

Στην πιάτσα είναι γνωστό ότι είχε έρθει σε συμφωνίες με εταιρείες του εξωτερικού από τις οποίες εισήγε πρώτες ύλες και τις πλήρωνε με λίπασμα.

Συνολικά, οι εξαγωγές λιπασμάτων της χώρας, ουσιαστικά της πρώην ΒΦΛ, ανέρχονταν σε 300 χιλ. τόνους περίπου, αποφέροντας 100 εκατ. ευρώ και άνω σε ετήσια βάση.

Όμως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι πρώτες ύλες για την παραγωγή λιπασμάτων, δηλαδή φωσφορίτης, κάλιο και φυσικό αέριο εισάγονται, με αποτέλεσμα η εγχώρια προστιθέμενη αξία να μην είναι υψηλή.

Δεν θα πρέπει επίσης να μας διαφεύγει ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι αρκετά ρυπογόνος, ενώ μερικοί ισχυρίζονται ότι τα κατάλοιπα φωσφορίτη εμπεριέχουν ραδιενεργά στοιχεία.

Σημειώνεται ότι μόλις το 20%-25% του χρησιμοποιούμενου φωσφορίτη μπαίνει στο λίπασμα.

Αν λοιπόν η βιομηχανία λιπασμάτων στην Καβάλα, η οποία πουλήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2009 στον όμιλο Λαυρεντιάδη, σταματήσει την παραγωγή, κάτι πολύ πιθανό, οι πωλήσεις της στην ελληνική αγορά θα πρέπει να αναπληρωθούν από άλλους.

Όμως, οι υπόλοιπες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο δεν μπορούν να σηκώσουν τέτοιο βάρος υπό τις σημερινές συνθήκες.

Κι αυτό γιατί οι ξένοι προμηθευτές τους ζητάνε είτε να προκαταβάλουν όλο το ποσό της παραγγελίας, επικαλούμενες το ρίσκο της χώρας, είτε από ένα πλαφόν και πάνω.

Υπενθυμίζεται οι περισσότερες ξένες εταιρείες ασφάλισης εξαγωγών δεν προσφέρουν κάλυψη για εξαγωγές προς την Ελλάδα.

Επιπλέον, οι εγχώριες εταιρείες δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκή χρηματοδότηση από τις ελληνικές τράπεζες των οποίων οι εγγυητικές δεν γίνονται δεκτές στο εξωτερικό.

Φυσικά, πολλές από αυτές τις στρεβλώσεις στην αγορά λιπασμάτων θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν λειτουργούσε ο ανταγωνισμός και καθίστατο εφικτή η δραστηριοποίηση κι άλλων εταιρειών παραγωγής στην Ελλάδα.

Όμως, η συστηματική επιδότηση της ΒΦΛ από το ελληνικό δημόσιο μέσω κρατικών εγγυήσεων επι μακρόν νόθευσε τον ανταγωνισμό και απέτρεψε την δημιουργία κι άλλων, πιο σύγχρονων, μονάδων παραγωγής λιπασμάτων.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η ελληνική γεωργία είναι πιθανόν να αντιμετωπίσει σημαντικές ελλείψεις σε λίπασμα το φθινόπωρο, τη μία από τις δύο σεζόν όπου η ζήτηση κορυφώνεται. Η άλλη σεζόν είναι τον Μάρτιο.

Αν επαληθευθεί, θα είναι ένα ακόμη κακό νέο για την εθνική οικονομία.

Dr. Money

πηγή: euro2day.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ