2012-04-11 00:26:50
Φωτογραφία για Η συνταγή του 1975 και ο δρόμος για την έξοδο από τον φαύλο κύκλο της φτώχειας και της ύφεσης*
Καθώςδιανύουμε τον τέταρτο χρόνο του υφεσιακού κύκλου στην οικονομία, η λέξηανάπτυξη έχει αναχθεί σε μείζον πολιτικό θέμα. Αυτό που πραγματικά είναι τοζητούμενο, ονομάζεται αναθέρμανση, δηλαδή έξοδος της οικονομίας από την ύφεση.Πωςμπορεί να επιτευχθεί αυτό; Απλάμε τρία μέσα:-πιστωτικήπολιτική, δημοσιονομική πολιτική και εισοδηματική πολιτική. 

 Αυτή ήταν η απάντηση του διακεκριμένου ακαδημαϊκού και πρώην Πρωθυπουργού,Ξενοφώντα Ζολώτα, σε τηλεοπτική συνέντευξη στον Ε. Ανδρουλιδάκη στις 20Φεβρουαρίου 1975, στο πρόβλημα της ύφεσης κατά 2% το 1974 σε σχέση με το 1973,για πρώτη φορά από την εποχή της απελευθέρωσης της χώρας, τέλος του 1944.

•Ζήτημα πρώτον, πιστωτική πολιτική. Από τον Αύγουστο του 1974 αποφασίστηκεδιεύρυνση της πιστοδοτήσεως της οικονομίας. Απελευθερώθηκαν οι πιστώσεις προςτη βιομηχανία και τη βιοτεχνία για επενδύσεις, όπως και οι πιστώσεις προς τοεξαγωγικό εμπόριο
. Χρηματοδοτήθηκε η γεωργική παραγωγή, διευρύνθηκαν τα όριαχρηματοδοτήσεως του εμπορίου, της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας για κεφάλαιακίνησης. Ελήφθησαν μέτρα για την ενεργοποίηση πολλών στεγαστικών δανείων που ηχορήγησή τους είχε ανασταλεί και άνοιξε η παροχή νέων στεγαστικών δανείων. Ηδιεύρυνση της πιστοδοτήσεως πρέπει να είναι μεγάλη προκειμένου να συμβάλλειουσιαστικά στην αναθέρμανση της οικονομίας.•Ζήτημα δεύτερον, δημοσιονομική πολιτική, κρατικός προϋπολογισμός. Όταν οπροϋπολογισμός είναι ελλειμματικός μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στηναναθέρμανση και επανεκκίνηση της οικονομίας. Μπορεί επίσης να προκληθεί και τοαντίθετο αποτέλεσμα ως απόρροια μιας συσταλτικής δημοσιονομικής πολιτικήςπεριορισμού των ελλειμμάτων, αύξησης των φόρων και επιβολής εισπρακτικών μέτρωναφού έτσι μειώνεται η συνολική ενεργός ζήτηση. Ωστόσο, οι υποστηρικτές τουελλειμματικού προϋπολογισμού, που κατακρίνουν την πολιτική ισοσκελισμένωνπροϋπολογισμών, δεν λαμβάνουν υπόψη ότι δεν έχουμε έναν κρατικό προϋπολογισμόαλλά τρεις. Είναι ο τακτικός προϋπολογισμός που πρέπει να είναι ισοσκελισμένος,ο προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων και ο λογαριασμός καταναλωτικών αγαθών πουείναι κατά βάση και πολιτική ελλειμματικοί. Αυτοί οι δύο προϋπολογισμοί είναικαι το εργαλείο αναθέρμανσης της οικονομίας. Ιδιαίτερα ο λογαριασμόςκαταναλωτικών αγαθών που αφορά τις επιδοτήσεις και τη στήριξη του αγροτικούτομέα θα πρέπει να ενεργοποιείται αποφασιστικά.•Ζήτημα τρίτον, εισοδηματική πολιτική. Επειδή η ύφεση μπορεί να οφείλεται σεανεπάρκεια της ενεργού ζητήσεως, δεν πρέπει να πληγούν τα εισοδήματα των λαϊκώντάξεων. Από την άποψη αυτή είναι σημαντική η στήριξη των εισοδημάτων των λαϊκώντάξεων, των εργατικών, των υπαλληλικών, των αγροτικών και από την άποψη τηςστήριξης της οικονομικής δραστηριότητας. Επομένως είναι όχι μόνον κοινωνικοίαλλά και οικονομικοί οι λόγοι που συνηγορούν στη διατήρηση της αγοραστικήςδύναμης του εργατικού εισοδήματος, γιατί αν πέφτουν τα πραγματικά εισοδήματατων εργατοϋπαλλήλων, πέφτει και η ενεργός ζήτηση και, κατ' αυτόν τον τρόπο,τελικά μειώνεται και η παραγωγή.Αυτά, όμως, για το 1975. Σήμερα η εικόνα είναι εντελώςδιαφορετική. Η αναθέρμανση της οικονομίας όχι μόνον επιτεύχθηκε αλλά και πήρεφωτιά, οι ελλειμματικοί προϋπολογισμού αποτέλεσαν τον κανόνα για τρεις καιπλέον δεκαετίας με αποτέλεσμα ο δανεισμός να φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη, τοάνοιγμα της πιστωτικής πολιτικής από στενωπός έγινε λεωφόρος και ο λογαριασμόςστον τομέα της γεωργικής πολιτικής χαρακτηρίστηκε από τον κατά παράδοσηαποκλεισμό των εθνικών οδών στον θεσσαλικό κάμπο και στις άλλες αγροτικέςπεριοχές της χώρας.Παρ'όλα αυτά, το 2009 σήμανε την έναρξη ενός κύκλου με χαρακτηριστικά τοναποκλεισμό της χώρας από τις διεθνείς αγορές χρήματος, την προσφυγή στο ΔιεθνέςΝομισματικό Ταμείο, την τρόικα, το Μνημόνιο, τον περιορισμό του κοινωνικούκράτους, την υπερφορολόγηση και το πάγωμα κάθε θετικής εισοδηματικής πολιτικής.Κορύφωση, το κούρεμα του δημοσίου χρέους, η Ελληνική οικονομία στα όρια τωνσυνθηκών για παραμονή στην ευρωζώνη.Καιτο ερώτημα: ποιομπορεί να είναι το μίγμα της οικονομικής μας πολιτικής σήμερα με δεδομένα τηναδυναμία επεκτατικής πιστωτικής πολιτικής αφού οι τράπεζες έχουν ήδη δανείσει250 δις ευρώ, η οικονομία μας είναι μη ανταγωνιστική με υψηλό κόστος τωνεισροών εργασίας, κεφαλαίου, γης και τεχνολογίας καθώς και υπερβάλλον κόστοςγραφειοκρατίας και διαφθοράς; Τώρα, που η αγροτική παραγωγή δεν μπορεί ναανταγωνιστεί τα προϊόντα τρίτων χωρών και ο αγροτικός πληθυσμός έχει μειωθείεπικίνδυνα ενώ ο λογαριασμός καταναλωτικών αγαθών αναζητείται. Τώρα που οελλειμματικός προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων εντάσσεται στο συνολικόδημοσιονομικό έλλειμμα και αποτελεί τον πρώτο λογαριασμό που κουρεύεται για ναανταποκριθούμε στους στόχους των μνημονίων.Δενχρειάζεται εδώ να προσφεύγουμε στα περισπούδαστα συμπεράσματα των συζητήσεωντου Κολωνακίου. Να μετατρέπουμε σε θέατρο προβολής σίριαλ το Ζάππειο. Αςκοιτάξουμε τι έκαναν άλλες χώρες, όταν βρέθηκαν με παρόμοια προβλήματα όπως ταδικά μας. Και για να μην πάμε μακριά, ας δούμε το παράδειγμα της Ολλανδίας, πουσήμερα μας αντικρίζει με την αλαζονεία μιας εύρωστης και υγιούς, λαμβανομένηςυπόψη αναλογικά της μεγάλης πιστωτικής κρίσης που πλήττει όλους, οικονομίας.ΣταΟλλανδικά η λέξη polderσημαίνει ένα αποξηραμένο κομμάτι γης που περιβάλλεται από φράγματα. Τον αγώναενάντια στο νερό, προκειμένου να αυξηθεί η επιφάνεια της καλλιεργήσιμης γης.Αυτή τη λέξη λοιπόν, οι Ολλανδοί την έκαναν σημαία τους τη δεκαετία του 1980για να ξεπεράσουν τις αγκυλώσεις, τα ελλείμματα και το γιγαντισμό του κράτους,να φθάσουν στο σημερινό θαύμα η μικρή αυτή χώρα να ανταγωνίζεται τη Γερμανία,με ισχυρή οικονομία και βιώσιμα δημόσια οικονομικά του κράτους. Έτσιδημιούργησαν ένα μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης και δημοσιονομικής πολιτικής μεβασικό σημείο αναφοράς στις αρμονικές θεσμοθετημένες σχέσεις μεταξύ τηςκυβέρνησης και των κοινωνικών εταίρων.Η κατάσταση της Ολλανδικής οικονομίας στις αρχές τηςδεκαετίας του 80 ήταν αξιοθρήνητη. Είχε εισέλθει σε περίοδο μεγάλης ύφεσης καιυψηλής ανεργίας. Το 1982, το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε για δεύτερη συνεχή χρονιάκαι οι ιδιωτικές επιχειρήσεις σημείωσαν ελάχιστα κέρδη. Η επίσημη ανεργία είχεανέλθει στο 10% και αυξάνονταν με γοργούς ρυθμούς. Το δημοσιονομικό έλλειμμαείχε φθάσει στο 7% του ΑΕΠ και το κυβερνητικό χρέος συνεχώς μεγάλωνε.ΣτηνΟλλανδία υπήρχε ένας φαύλος κύκλος οφειλόμενος στην ύφεση της παγκόσμιαςοικονομίας μετά από τις πετρελαϊκές κρίσεις. Όμως το πραγματικό αίτιο τηςκρίσης ήταν βαθιά ριζωμένο. Η ταχεία ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας στιςδεκαετίες του 60 και του 70 είχε οδηγήσει σε όλο και μεγαλύτερες διεκδικήσειςτου δημόσιου τομέα στο εθνικό εισόδημα. Οι φόροι και τα ασφάλιστρα ήταν ήδη σευψηλά επίπεδα και οι άνθρωποι δεν είχαν ουσιαστικά κίνητρα για την εύρεσηεργασίας. Έτσι πολλοί εγκατέλειψαν την εργασία, πιέζοντας έτσι προς τα πάνω τιςκρατικές δαπάνες. Αυτή ήταν λοιπόν η περιγραφή του φαύλου κύκλου.Πωςκατάφερε η μικρή αυτή χώρα με πληθυσμό όπως ο δικός μας να βγει από τον φαύλοαυτό κύκλο; Κλειδί αυτό που έλεγε ο Ζαν Μονέ, ότι «οκόσμος μπορεί να δεχτεί την αλλαγή μόνον όταν βρίσκεται μπροστά στην ανάγκη,αλλά αναγνωρίζει την ανάγκη μόνον όταν βρεθεί μπροστά στην κρίση». Τιέκαναν;Πρώτον, έγινε αντιληπτό ότι τα μέρη έπρεπε να αναλάβουντις ευθύνες τους και να δράσουν με αποφασιστικότητα. Η κυβέρνηση και οικοινωνικοί εταίροι έπρεπε να σταματήσουν ο ένας να περιμένει τον άλλο νααναλάβει δράση. Η κυβέρνηση ξεκίνησε με την σταθεροποίηση των δημοσίωνοικονομικών και άφησε το θέμα της διαμόρφωσης των μισθών στους κοινωνικούςεταίρους. Διαμορφώθηκε μία συνεκτική πολιτική όχι από την σκοπιά ότι ηκυβέρνηση, οι εργοδότες και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις κάθισαν σε σκοτεινέςαίθουσες και «μαγείρεψαν» τις ιδανικές πολιτικές. Υιοθετήθηκε η συνεργατικήστρατηγική και οι πολιτικές που μπορούσαν να ενισχύσουν η μία την άλλη. 

Και το πακέτο των μεταρρυθμίσεων, η συνεκτική στρατηγική πολιτική είχε τα εξήςμέτρα:•Σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών.•Πολιτική μηδενικών αυξήσεων στους μισθούς και προσαρμογή του μισθολογικούκόστους στα επίπεδα του πραγματικού παραγόμενου πλούτου της εθνικής οικονομίας.•Μεταρρύθμιση της κοινωνικής και επικουρικής ασφάλισης και προσέγγιση τουάριστου επιπέδου ισόρροπης και βιώσιμης κοινωνικής ασφάλισης.•Κατάργηση της γραφειοκρατίας σε όλα τα επίπεδα και άνοιγμα κάθε κλειστούεπαγγέλματος.•Απελευθέρωση της αγοράς αγαθών και υπηρεσιών και εξάλειψη κάθε προστατευτικούεμποδίου στην είσοδο και λειτουργία νέων επιχειρήσεων.Ησταθεροποίηση του προϋπολογισμού ήταν στο επίκεντρο της μεταρρυθμιστικήςπροσπάθειας. Έμφαση δόθηκε στη μείωση των κρατικών δαπανών και όχι στην αύξησητων εσόδων. Οι δαπάνες ενώ αντιπροσώπευαν το 62% του ΑΕΠ το 1982 έπεσαν στο 46%το 1999. Την ίδια χρονική περίοδο το δημοσιονομικό έλλειμμα από 7% του ΑΕΠμετατράπηκε σε πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ και τα φορολογικά βάρη μειώθηκαν.Τοδεύτερο στοιχείο των μεταρρυθμίσεων ήταν οι διαρθρωτικές αλλαγές στην αγοράεργασίας και κοινωνικών ασφαλίσεων.Ελήφθησανμέτρα για την καλύτερη λειτουργία των αγορών. Έγινε άρση των περιορισμών στιςώρες λειτουργίας των καταστημάτων και απελευθερώθηκαν οι ΔΕΚΟ (δημόσιεςεπιχειρήσεις κοινής ωφελείας).Έτσιανταποκρίθηκαν στην πρόκληση του ευρώ και της ευρωζώνης. Κατανόησαν ότι ημεταρρύθμιση στις αγορές εργασίας, κοινωνικής ασφάλισης και προϊόντων είναιαπαραίτητη προϋπόθεση για μια επιτυχημένη συμμετοχή στην ευρωζώνη. Η ευελιξίατων αγορών εργασίας και προϊόντων είναι το πιο σημαντικό μέσο που θα έχουν οιχώρες για να αντεπεξέρχονται και να προσαρμόζονται στις αρνητικές οικονομικέςεξελίξεις.Απέναντισ' αυτές τις εξελίξεις η Ελλάδα έκανε πολύ λίγα. Το ΔΝΤ σε έκθεσή του λίγο πρινη χώρα εισέλθει στο ευρώ, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι: «ΗΕλλάδα δεν έχει προχωρήσει ακόμα σε μεγάλης κλίμακας μεταρρυθμίσεις στην αγοράεργασίας και κοινωνικής ασφάλισης. Το ωράριο εργασίας δεν είναι ευέλικτο, ομηχανισμός που κρίνει την καταλληλότητα του υποψηφίου για μια θέση εργασίας δενλειτουργεί σωστά, η διαφοροποίηση των μισθών δεν είναι ικανοποιητική και οιμισθοί αυτών που εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας είναι πολύυψηλοί».Στονέο τοπίο που διαμορφώθηκε στην μετά ΟΝΕ εποχή, οι προτεραιότητες δενμετατοπίσθηκαν στην κατεύθυνση της αξιοποίησης των ευκαιριών που δημιούργησε ηνέα οικονομική και νομισματική Ευρώπη χωρίς σύνορα, φραγμούς ή εμπόδια. Δενδιαμορφώθηκε μια νέα δυναμική πολιτική που, με τη διατήρηση της δημοσιονομικήςπειθαρχίας, θα μπορούσε να επιτύχει την ικανοποίηση των προϋποθέσεων τουπρογράμματος Σταθερότητος και Ανάπτυξης για ισοσκελισμένους ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς.Που θα απελευθέρωνε υγιείς πόρους για τη χρηματοδότηση της αναπτυξιακήςδυναμικής και της κοινωνικής σύγκλισης και συνοχής. Και αυτό μέσα από τηνεξάλειψη των ελλειμμάτων των δημοσίων επιχειρήσεων, τις διαρθρωτικές αλλαγές,τη συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών και τη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης τουδημοσίου χρέους.Τότε,το 2000, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους λέγαμε: «Σήμερα,δεν πρέπει να καλλιεργούνται υπέρμετρες προσδοκίες στα νοικοκυριά και τιςεπιχειρήσεις. Ότι δηλαδή με την εφαρμογή του ευρώ τα πάντα θα βελτιωθούν. Ότιτώρα αρχίζει μια περίοδος ικανοποίησης αναγκών που είχαν αναβληθεί κατά τηνπερίοδο της δημοσιονομικής προσαρμογής και της πορείας προς την σύγκλιση. Δενπρέπει σε καμιά περίπτωση να τεθούν σε κίνδυνο τα επιτεύγματα της οικονομίαςμας». Κανείς,όμως, δεν άκουγε.Σήμερα,μπροστά στα αδιέξοδα που έχουν δημιουργηθεί για τη χώρα, οι λύσεις δεν είναιεύκολες, στο μίγμα πολιτικής έχει προστεθεί εκρηκτική ύλη και η κοινωνία «είναιστα κάγκελα». Υπάρχει,λοιπόν, διέξοδος; Υπάρχει ελπίδα; Η απάντηση είναι ξεκάθαρα ΝΑΙ αλλά όχι μεπολιτική που χαϊδεύει αυτιά, που κρύβει την πραγματικότητα, που δεν λέειαλήθειες.*Ο κ. Σταύρος Καρβούνης είναι Ειδικός Επιστήμονας στοΓενικό Λογιστήριο του Κράτους
πηγη:tovima
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ