2013-10-02 01:39:06
Φωτογραφία για «Βγάλε από τα 90 τα 4 να δεις πόσο χρονώ' ’μαι…»
του Μανόλη Παντινάκη

Ρωτάω τη γερόντισσα Ελένη Βαγιωνάκη-Κουλιζάκη στο Άνω Μαλάκι ψηλά στο δυτικό Ρέθυμνο, για τα χρόνια της και μου απαντάει: «Η πρώτη μου αδερφή η Ελευθερία είναι 90 χρονώ’ . Ε, βγάλε τέσσερα χρόνια να δεις πόσω’ χρονώ’ ‘μαι…». Κάθεται στην αυλή δίπλα στον ασφαλτόδρομο στη φθινοπωρινή λιακάδα και προσπαθεί να «ξεκουκίσει τα γράμματα» στις ολιγοσέλιδες σημειώσεις του θρησκευτικού βιβλίου «του αγίου Φιλιππάκη». Κάτι ψιθυρίζει και προσπαθεί λέξη-λέξη να διαβάσει και να καταλάβει!

Η υποδοχή «στον άγνωστο μουσαφίρη» στο χωριό που αναρριχήθηκε ψηλά στο βουνό, ήταν εγκάρδια και φιλόξενη και η γριούλα των 86 χρόνων του μόχθου και της υπομονής, ένιωσε μια διαφορετικότητα εκείνο το πρωινό και άνοιξε αθώα, όπως πάντα, την πόρτα και την καρδιά της!

Όμως, και αυτή η ηρωίδα, όπως και οι άλλες της γενιάς της, δεν παραπονέθηκε ποτέ για τις μπόρες που «έφαγε» στην πολύχρονη διαδρομή της
. Έμεινε μόνο σε ένα περιστατικό που την σημάδεψε πριν έξι χρόνια, όταν στην πόλη του Ρεθύμνου που διέμενε την χτύπησαν κακοποιοί για να της αρπάξουν χρήματα και την έστειλαν τραυματισμένη στο κεφάλι στο νοσοκομείο Νιώθεις, βλέποντας τα «ιερά τέρατα» της ζωής στις ρημαγμένες γωνιές της Κρήτης, ότι αυτά είναι που κρατούν ακόμα το λάβαρο των αξιών που χάνονται στην πορεία του χρόνου και οι κοινωνίες αλλοτριώνονται.

Δεν τους λύγισε η ζωή γιατί ήταν μέσα στις στερήσεις σε ένα μακρόσυρτο αγώνα επιβίωσης, αλλά δεν τους φοβίζει και ο θάνατος που τον περιμένουν κι είναι καλοδεχούμενος! Από τα εσώψυχα της πολυβασανισμένης, στη φτώχεια, γιαγιάς στο Πάνω Μαλάκι, αναβλύζει η καλοσύνη και η διάθεση μιας ατρόμητης Κρητικιάς να δώσει και από τα λίγα που έχει και να σε τρατάρει τον πλούτο της σοφίας της.

Τα αδυσώπητα μέτρα των σκληρόψυχων που «καίνε» τη ζωή του κάθε πολίτη μέσα σε ένα άγριο και εξαχρειωμένο περιβάλλον, σε αυτή τη γερόντισσα βρίσκουν τοίχο! «Από 11 χρονών μαζώχτρα» στους ελαιώνες αλλά και θερίστρα όποτε χρειάστηκε, και για εβδομήντα χρόνια σε άλλες δουλειές του μεροκάματου, έκανε μέρος της ζωής της τον πόνο, το καθημερινό «αχ» και την αγωνία της επιβίωσης, όμως άντεξε στις φουρτούνες. Με ποιους άλλους τρόπους θα της τσακίσουν την βασανισμένη της ψυχή οι ντόπιοι και ξένοι τύραννοι;

Αλλά ως μεγάλη μάνα, ταράζεται που τα εγγόνια της μορφώθηκαν, «έφαγαν τη ζωή τους στα βιβλία και στα γράμματα» και δεν ανοίγει μια πόρτα για να μπουν και να διαχειριστούν τη ζωή τους. Νοιάζεται και για τα πέντε μα πιο πολύ για την εγγονή της που «πήρε το δίπλωμά τση, έμαθε μια δουλειά που είναι στα δικαστήρια, είναι στην Αγγλία και δεν τη διορίζουνε!»

ΤΟ ΜΟΝΑΧΟΠΑΙΔΙ ΤΗΣ…

Οι καταιγίδες την βρήκαν από μικρή που κοριτσόπουλο, ίσα που είχε περάσει τα 10, αναγκάστηκε να τρέξει στο μεροκάματο να μαζέψει ελιές και να θερίσει σιτηρά «γιατί ήμαστονε τρεις αδερφές και πώς ‘θελά ζήσομε;» Κι αυτά τα μεροκάματα τα έκανε χρόνια, ώσπου μια «πρώτη μου ξαδέρφη που είχενε περίπτερο στη Χώρα, μου άνοιξενε τα μάτια». Τότε, λοιπόν, η Ελένη Πολίτη της βρήκε δουλειά στη λάντζα στο παλιό μαγέρικο του Δασκαλογιάννη στην πλατεία 4ων Μαρτύρων του Ρεθύμνου. Εκεί «έφαγε» και τη ζωή της και δούλεψε μπορεί και πάνω από τριάντα χρόνια. Κι αυτά τα μεροκάματα στον νεροχύτη δεν είχαν οκτάωρα αλλά… δεκαοχτάωρα!

Μόνη της μέσα στη βιοπάλη αγωνιζόταν, αφού ο σύζυγός της ο Σφακιανός Κουλιζάκης έφυγε νέος και η ίδια χωρίς στήριγμα και προστασία πάλευε.

Η μάνα Ελένη και η κόρη Κωνσταντίνα Πατεράκη, στο σπίτι τους στο Άνω Μαλάκι

 «Επόθανε ο άντρας μου κι είχα μωρό την κόρη μου. Τη βαφτίσαμε στον Τίμιο Σταυρό στο Βάμο, τη βγάλαμε Κωνσταντίνα και άμα βρήκα δουλειά στο Ρέθεμνος την άφηκα τση μάνας μου στο Μαλάκι και μου το ανάθρεφενε. Απής εγέρασενε το πήρα στο Ρέθεμνος και το μεγάλωσα.

Έκαμα τη θητεία μου στου Δασκαλογιάννη το ξενοδοχείο και δούλεψα στα πιάτα και με τα χέρια και με τα πόδια! Εδά εγέρασα και με φέρανε στο χωριό και με περιποιούνται, δεν έχω παράπονο καλός είναι και ο γαμπρός μου ο Μανώλης, με ξανοίγουνε ας είναι καλά…»

Αυτή η γριούλα που μάλαξε τη ζωή της μέσα στα βάσανα, στην ταραχή και στη φτώχια, καθημερινά μόνη της έγνοια ήταν να ζήσει και να μεγαλώσει την Κωνσταντίνα το μοναχοπαίδι της.

Το ΙΚΑ, το ταμείο ασφάλισής της, δεν το… ακούμπησε ποτέ γιατί δεν χρειάστηκε ποτέ τους γιατρούς του. Μια φορά μόνο χρειάστηκε την κάλυψή του, όταν χτυπήθηκε από τους κακοποιούς και υποχρεώθηκε να νοσηλευτεί στο νοσοκομείο. Οι εισφορές που έχει καταβάλει είναι σαράντα χρόνων και η ανταπόδοση που έτυχε μια και μοναδική φορά…

madeincreta.gr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ