2013-06-26 15:54:05
Φωτογραφία για Τι προβλέπει ο νέος νόμος για τους ενήμερους δανειολήπτες
Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, Δικηγόρος Αθηνών

Με το νόμο 4161/2013(ΦΕΚ Α/143/14-06-2013)θεσπίζεται η δυνατότητα φυσικών προσώπων τα οποία συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις,να υπαχθούν σε πρόγραμμα ευνοικής μεταχείρισης των ενήμερων οφειλών τους ( πρόγραμμα διευκόλυνσης).

Η παροχή του προγράμματος διευκόλυνσης επιτρέπεται μόνο σε απαιτήσεις δανειστών απορρέουσες από συμβάσεις δανειακών προϊόντων με αρχική ημερομηνία σύναψης έως την 30.6.2010, έστω και αν υφίστανται μεταγενέστερες τροποποιήσεις, ανανεώσεις ή ρυθμίσεις των αρχικών συμβάσεων και αφορά σε απαιτήσεις οφειλετών οι οποίοι υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, οι συμβάσεις των οποίων δεν έχουν καταγγελθεί.

Α.Προυποθέσεις παροχής του προγράμματος διευκόλυνσης αποτελούν σωρευτικά:

1. Η εμπράγματη εξασφάλιση του δανειστή για τις υπαγόμενες απαιτήσεις επί της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, δηλωθείσας ως τέτοιας στην τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματός του.


2. Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας να μην ξεπερνά τις εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) ευρώ και, στις περιπτώσεις οικογενειών που βαρύνονται φορολογικά με τρία και περισσότερα τέκνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994 (Α 151), να μην ξεπερνά τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ.

3. Η αντικειμενική αξία της συνολικής ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη να μην ξεπερνά τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ και, στις περιπτώσεις οικογενειών που βαρύνονται φορολογικά με τρία και περισσότερα τέκνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, να μην ξεπερνά τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.

4. Το σύνολο των καταθέσεων και κινητών αξιών του οφειλέτη να μην υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ και τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για οικογένειες που βαρύνονται φορολογικά με τρία και περισσότερα τέκνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994.

5. Το συνολικό ανεξόφλητο υπόλοιπο κεφαλαίου που έχει λάβει ο οφειλέτης από τους δανειστές να μην υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.

Β. Υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση πρόσωπα που πληρούν σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

1. α) άνεργοι, β) έχοντες σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, γ) συνταξιούχοι, δ) όσοι θεωρείται ότι έχουν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 4110/ 2013 (Α 17).

2. Όσοι έχουν συνολικό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, όπως αυτό διαμορφώνεται κατόπιν της αφαίρεσης των κρατήσεων υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, του φόρου εισοδήματος και της εισφοράς αλληλεγγύης, μικρότερο ή ίσο των:

α. 15.000 ευρώ, εφόσον υποβάλλουν ατομική φορολογική δήλωση,

β. 25.000 ευρώ, εφόσον υποβάλλουν κοινή φορολογική δήλωση.

γ. Τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται κατά 5.000 ευρώ:

i) για οικογένειες που βαρύνονται φορολογικά με τρία και περισσότερα τέκνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, ii) για άτομα με αναπηρία 67 τοις εκατό και άνω προσδιοριζομένου του ποσοστού αυτού σύμφωνα με τον ενιαίο πίνακα προσδιορισμού ποσοστού αναπηρίας, όπως εγκρίθηκε με την υπ αριθμ. Φ11321/οικ.10219/688/ 4.5.2012 (Β 1506) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, iii) για όσους βαρύνονται φορολογικά από άτομα με αναπηρία 67% και άνω όπως αυτά ανωτέρω προσδιορίζονται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994.

3. Όσοι κατά την υποβολή της αίτησης έχουν υποστεί μείωση στα εισοδήματά τους, όπως αυτά περιγράφονται στην παραπάνω παράγραφο, τουλάχιστον σε ποσοστό 20 τοις εκατό σε σύγκριση με τα αποκτηθέντα εισοδήματα κατά το έτος 2009.

Σε περίπτωση συνοφειλετών, απαιτείται όλοι οι συνοφειλέτες κατά τη χρονική στιγμή της υποβολής της αίτησης να πληρούν τις προϋποθέσεις.

Για την υπαγωγή στο πρόγραμμα διευκόλυνσης ο οφειλέτης υποβάλλει αίτηση προς τον δανειστή. Η αίτηση πρέπει να περιέχει τα πλήρη στοιχεία του οφειλέτη, σαφές αίτημα για τη χρονική διάρκεια της περιόδου χάριτος, καθώς και λεπτομερή και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας. Η αίτηση υπογράφεται από τον οφειλέτη και προσκομίζεται στο πιστωτικό ίδρυμα από τον ίδιο ή από νομίμως εξουσιοδοτημένο από εκείνον πρόσωπο.

Μαζί με την αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη πλήρης φάκελος με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, όπως αυτά καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Ο οφειλέτης έχει την υποχρέωση να συνυποβάλλει υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α 75) όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 13 του άρθρου 2 του ν. 2479/1997 (Α 67) με τα πλήρη περιουσιακά και εισοδηματικά του στοιχεία, καθώς και πλήρη περιγραφή των οφειλών του προς όλους τους δανειστές, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του από αρμόδια αρχή.

Ο δανειστής επεξεργάζεται την αίτηση εντός είκοσι πέντε (25) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της και εντός της ιδίας προθεσμίας προβαίνει στα ακόλουθα:

α) Στην περίπτωση που από τα επισυναπτόμενα στην αίτηση έγγραφα προκύπτει ότι πληρούνται οι σωρευτικές προϋποθέσεις , ο δανειστής καλεί με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικής επικοινωνίας, τον οφειλέτη, προκειμένου να συνάψουν σύμβαση εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την ως άνω κλήση του και χορηγεί αντίγραφο της σύμβασης στον οφειλέτη.

β) Στην περίπτωση που από τα επισυναπτόμενα στην αίτηση έγγραφα δεν προκύπτει ότι πληρούνται οι σωρευτικές προϋποθέσεις λόγω τυπικών παραλείψεων, ο δανειστής καλεί με κάθε πρόσφορο μέσο τον οφειλέτη να επανέλθει εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών με συμπληρωματική αίτηση διόρθωσης και προσκόμισης στοιχείων. Σε αυτήν την περίπτωση, ο δανειστής υποχρεούται να απαντήσει επί της συμπληρωματικής αιτήσεως εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών και ακολουθείται η προηγούμενη διαδικασία (περίπτωση α) .

Το πρόγραμμα διευκόλυνσης παρέχεται εφάπαξ και για μέγιστη διάρκεια σαράντα οκτώ (48) μηνών (περίοδος χάριτος). Στον οφειλέτη του οποίου η αίτηση γίνεται αποδεκτή παρέχεται η αιτηθείσα περίοδος χάριτος κατόπιν της υπογραφής της σύμβασης.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου χάριτος, ως μηνιαία δόση ορίζεται το 30 τοις εκατό του μηνιαίου οικογενειακού εισοδήματος, αφαιρουμένων των κρατήσεων υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, του παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και της εισφοράς αλληλεγγύης. Η διαφορά μεταξύ της ως άνω οριζόμενης μηνιαίας δόσης και της καταβαλλόμενης πριν τη χορήγηση του προγράμματος διευκόλυνσης κεφαλαιοποιείται και αποπληρώνεται μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος διευκόλυνσης. Οι καταβολές κατά την περίοδο χάριτος καταλογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 423 του Αστικού Κώδικα.

Ειδικά στις περιπτώσεις όπου οφειλέτες έχουν εισοδήματα:

i) κάτω των 15.000 ευρώ, εφόσον υποβάλλεται κοινή φορολογική δήλωση,

ii) κάτω των 9.000 ευρώ, εφόσον υποβάλλεται ατομική φορολογική δήλωση,

iii) κάτω των 20.000 ευρώ, εφόσον υποβάλλεται κοινή φορολογική δήλωση από τα πρόσωπα που προσδιορίζονται.

iv) κάτω των 13.000 ευρώ, εφόσον υποβάλλεται ατομική φορολογική δήλωση από τα πρόσωπα που προσδιορίζονται.

Η μηνιαία δόση της υπολογίζεται με μέγιστο επιτόκιο ίσο με το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης, πλέον περιθωρίου 0,75 τοις εκατό, εκτός εάν ορίζεται χαμηλότερο συνολικό επιτόκιο στην τελευταία πριν την υπαγωγή σύμβαση, το οποίο σε αυτή την περίπτωση διατηρείται. Η υπερβάλλουσα διαφορά επιτοκίου, αν υφίσταται, μεταξύ του ως άνω οριζόμενου επιτοκίου και του εφαρμοζόμενου επιτοκίου πριν τη χορήγηση του προγράμματος διευκόλυνσης, δεν επιβαρύνει το δανειολήπτη για αυτήν την περίοδο ούτε και μετά το πέρας αυτής. Κατά τα λοιπά, η διαφορά μεταξύ της ως άνω οριζόμενης μηνιαίας δόσης και της καταβαλλόμενης πριν τη χορήγηση του προγράμματος διευκόλυνσης, κεφαλαιοποιείται και αποπληρώνεται μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος διευκόλυνσης.

Ειδικά για άνεργους με μηδενικό εισόδημα ή μοναδικό εισόδημα το επίδομα ανεργίας, παρέχεται επιπλέον η δυνατότητα μηδενικών καταβολών με πλήρη απαλλαγή τόκων για συνολικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες εντός της περιόδου χάριτος, το οποίο διάστημα δύναται να παρέχεται συνεχόμενο ή τμηματικά. Η κατά το ως άνω διάστημα των έξι (6) μηνών πλήρης απαλλαγή τόκων, δεν επιβαρύνει τον οφειλέτη ούτε για το διάστημα αυτό ούτε και μετά το πέρας αυτού. Το ποσό του κεφαλαίου που δεν καταβάλλει ο οφειλέτης, κατά τη διάρκεια του ως άνω διαστήματος των έξι (6) μηνών, κεφαλαιοποιείται και αποπληρώνεται μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος διευκόλυνσης. Για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της περιόδου χάριτος πλην των έξι (6) μηνών.

Ο δανειστής υποχρεούται να απόσχει από κάθε καταγγελία της υπαχθείσας στο πρόγραμμα δανειακής σύμβασης και από κάθε ατομική δίωξη κατά του οφειλέτη, ο οποίος έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα διευκόλυνσης.

Ο οφειλέτης έχει την υποχρέωση να ενημερώνει το δανειστή εγγράφως για κάθε μεταβολή της εισοδηματικής και περιουσιακής του κατάστασης εντός ενός (1) μηνός από την επέλευσή της.

Υπαγωγή του οφειλέτη στο πρόγραμμα διευκόλυνσης του παρόντος νόμου μπορεί να γίνει μόνον μία φορά.

Δυνατότητα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς:

1. Οι οφειλέτες και οι πιστωτές δύνανται να συμβιβάζονται και μετά την ημέρα επικύρωσης έως την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, οπότε εμφανίζονται ενώπιον του Ειρηνοδίκη, υποβάλλουν το σχέδιο και ζητούν την επικύρωσή του. Το σχέδιο επικυρώνεται από τον Ειρηνοδίκη και αποκτά πλέον ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Η αίτηση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές ανακαλείται αυτοδικαίως.

2. Αν συγκατατίθενται στο σχέδιο πιστωτές με απαιτήσεις που υπερβαίνουν το ήμισυ του συνολικού ποσού των απαιτήσεων, στους οποίους περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση το σύνολο των πιστωτών με εμπραγμάτως εξασφαλισμένες απαιτήσεις και πιστωτές με απαιτήσεις που υπερβαίνουν το ήμισυ των τυχόν εργατικών απαιτήσεων, ο Ειρηνοδίκης υποκαθιστά σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας την έλλειψη συγκατάθεσης των πιστωτών που αντιτίθενται καταχρηστικά στο συμβιβασμό. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι επήλθε ο συμβιβασμός και η αίτηση για την απαλλαγή από τα χρέη ανακαλείται αυτοδικαίως. Ο οφειλέτης υποχρεούται να επιδώσει στους πιστωτές, οι οποίοι δεν συγκατατίθενται αντίγραφο, του επικυρωμένου σχεδίου.

3. Δεν επιτρέπεται υποκατάσταση της συγκατάθεσης πιστωτή όταν: α) η απαίτηση του πιστωτή που αντιτίθεται δεν ικανοποιείται σε ανάλογο, σε σχέση με τους άλλους πιστωτές, βαθμό ή β) σε περίπτωση εφαρμογής του σχεδίου, ο πιστωτής που αντιτίθεται αποδεικνύει ότι θα περιέλθει σε δυσμενέστερη οικονομικά θέση από αυτήν στην οποία θα περιερχόταν, αν συνεχιζόταν η διαδικασία απαλλαγής του οφειλέτη από τις οφειλές, ή γ) αμφισβητείται απαίτηση από οφειλέτη ή οποιονδήποτε πιστωτή.

4. Οι πιστωτές δεν αποκτούν απαίτηση κατά του οφειλέτη για τα έξοδα και τις δαπάνες που δημιουργούνται από τη διαδικασία και το σχέδιο διευθέτησης οφειλών.

Απαιτήσεις από καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε περίπτωση κοινού λογαριασμού. Από το προηγούμενο εδάφιο εξαιρείται ως δανειστής το Δημόσιο, για το οποίο ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 31 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, Α 90). Με δήλωση του καταθέτη προς ένα εκ των πιστωτικών ιδρυμάτων προσδιορίζεται ο λογαριασμός για τον οποίο θα ισχύει το ακατάσχετο. Καταθέσεις που αφορούν σε μισθούς ή συντάξεις ή ασφαλιστικές παροχές προσδιορίζονται υποχρεωτικά ως τέτοιες και κατά το υπερβάλλον του ποσού του ανωτέρω εδαφίου α' καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του άρθρου 982 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α 182). Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ