2013-01-21 13:08:03
Φωτογραφία για Στην Κρύα Βρύση τώρα ... αγοράζουν το λάδι! - Τρία χρόνια από τη μεγάλη φωτιά και δεν μας ρωτά άνθρωπος...
Στο χωριό του ελαιολάδου, την Κρύα Βρύση Ρεθύμνου, που μαραζώνει πληθυσμιακά οι κάτοικοι έφτασαν για το σπίτι τους ... να αγοράζουν το λάδι! Από τις 18 Ιουλίου 2010, οπότε η μεγάλη φωτιά όρμησε και σάρωσε τα πάντα, κανείς δεν ρώτησε για την τύχη τους από εκεί και μετά. Αφέθηκαν, χωρίς καμιά κρατική μέριμνα, να επιβιώσουν και ο εμπρηστής, που ψιθυρίζεται με βεβαιότητα η ταυτότητά του, με τις χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες μένει μακριά από την τσιμπίδα του νόμου «για την πανωλεθρία». Αυτή η πρακτική, προκαλεί την έκρηξη του θυμού τους Τώρα οι ελιές έγιναν μόνο… καύσιμη ύλη

Κι όμως! Το χρυσοφόρο προϊόν «έχτισε τα σπίτια μετά το ολοκαύτωμα και τις εκτελέσεις των 35 χωριανών από τους Γερμανούς», τα παιδιά «τα σπούδασε και τα έκαμε ανθρώπους που λέμε στα χωριά» και «αγόρασε και έκανε περιουσίες στις πόλεις».

Μανώλης Βεριδάκης: «Η μόνη λύση είναι να γίνουν βοσκότοποι και να εκτρέφονται πρόβατα…»


Και εφόσον η φωτιά δεν κράτησε δέντρο όρθιο που να μπορεί να… ξαναγεννά, ο Μανώλης Βεριδάκης προτείνει οι άνθρωποι να στραφούν σε μια άλλη επένδυση: «Αφού κανείς δεν προτίθεται να ασχοληθεί πάλι με την ανασυγκρότηση της ελαιοκαλλιέργειας, να γίνει στην περιοχή μια κτηνοτροφική επένδυση με μορφή ανώνυμης εταιρίας και να εκτρέφονται στους βοσκοτόπους 5 χιλιάδες πρόβατα και 5 χιλιάδες κατσίκες στο βουνό, για να φάνε ψωμί και τα παιδιά και τα εγγόνια των κατοίκων».

Η Κρύα Βρύση, αμιγώς, λαδοχώρι! Η ετήσια παραγωγή της ανέρχονταν στους 300 τόνους και «μια χρονιά πριν το ’64, παρήγαγε και 420». «Τυχεροί» μέσα στην ατυχία τους ,νιώθουν μόνο εκείνοι που «έχουν λιόφυτα και σε κοντινά χωριά ή άλλες περιοχές που δεν έφτασε η φωτιά,και από τις περιουσίες αυτές εξασφάλισαν το λάδι της χρονιάς τους».

Τρία χρόνια πάντως, το χωριό δεν «λαδώνει» και για μερικά άλλα, πιθανότατα, θα στερηθεί το προϊόν. Το αν, πάντως, η επίσημη Πολιτεία σκύψει, έστω και μετά από τρία χρόνια στην επιβίωση των θυμάτων της καταστροφής, τούτο θα είναι… θαύμα. Οι άνθρωποι αισθάνονται μόνοι και απροστάτευτοι …

«ΔΕ ΜΑΣ ΡΩΤΑ ΑΝΘΡΩΠΟΣ…»

Αλλά ποιος νοιάζεται για τους πυρόπληκτους, που στον οικισμό «του αέρα και της φωτιάς» βιώνουν σήμερα, στους μήνες της ελαιοπαραγωγής και της «εθνικής δυστυχίας», τις μεγάλες συνέπειες; Οι κάτοικοι δεν αντέχουν, βουρκώνουν και ξεσπούν με οργή. Ούτε οι εκλεγμένοι τοπικοί βουλευτές, δείχνουν την ελάχιστη υποστήριξη στο μεγάλο τους πρόβλημα και περιμένουν να τους… φωνάξουν!

Μανώλης Πελαντάκης: «Τρία χρόνια και δε μας ρώτησε άνθρωπος…

«Δε μας ρωτά κανείς», λέει από αγανάκτηση ο Μανώλης Πελαντάκης. «Οι Γερμανοί στο χωριό μας σκότωσαν 35 χωριανούς και μας έκαψαν και οι ελιές έστεσαν πάλι τον τόπο μας. Τώρα είμαστε απογοητευμένοι και δε φτάνει που χάσαμε τις περιουσίες μας από τη φωτιά, μας λένε να πληρώσουμε τους φόρους και τα χαράτσια και μας κάνουν και περικοπές.. .

»Είχα τετρακόσιες ελιές στην Κρύα Βρύση και η φωτιά μου άφησε μόνο δέκα! Έβγαζα πέντε τόνους λάδι και τώρα από τις εκατό που έχω σε άλλη τοποθεσία που δεν έφτασε η φωτιά, έβγαλα πεντακόσια κιλά. Οι πολλοί Kρυοβρυσανοί φτάσανε να αγοράζουν το λάδι από ελαιουργεία και από άλλους παραγωγούς κοντινών χωριών. Πού ξανακούστηκε ! Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για μας και για τη ζωή μας και ο εμπρηστής μένει ασύλληπτος…»

Νίκος Λαγουδάκης: «Για να γεννήσουν ξανά τα δέντρα θέλουν πολλά χρόνια…»

Ο 30χρονος Νίκος Λαγουδάκης, που επέλεξε να ζήσει στην Κρύα Βρύση, χαρακτηρίζει ως «δύναμη του χωριού το λάδι» και νιώθει τυχερός που δεν αγοράζει το προϊόν επειδή το χαμένο εισόδημα αναπλήρωσαν τα λιόφυτα που έχει στην Αγία Γαλήνη. «Η οικογένειά μου», τονίζει, «είχε πάνω από τριακόσιες χοντρολιές, χωρίς τα μουρέλα, στο χωριό. Δεν έμεινε ούτε ένα ζωντανό! Οι χωριανοί έχουν πάθει ολική καταστροφή και φτάσανε στο σημείο, πού εδώ(!) με τις μεγάλες σοδειές, να το αγοράζουν. Πού είναι το Κράτος; Έχουν βρεθεί οι εμπρηστές και μένουν ατιμώρητοι. Μας έχουν απογοητεύσει…»

ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ

Και δεν αρκεί, που η φωτιά του καλοκαιριού του 2010, αφάνισε τις περιουσίες και τη ζωή των ανθρώπων. Τους κοστίζει που «από νοικοκύρηδες κατάντησαν διακονιάρηδες στον ίδιο τους τον τόπο».

Γιάννης Βαβουράκης: «Ευτυχώς μου έδωσε λάδι ο Νίκος ο αδερφός μου…»

Η φωτιά δεν «κατασπάραξε» μόνο το βιός του, αλλά και την αξιοπρέπειά τους! Ξεσπά ο Γιάννης Βαβουράκης: «Είχα τριακόσιες ρίζες ελιές και δεν έμεινε τσίτα! Αν δεν μου έδιδε ο αδερφός μου ο Νίκος λάδι, θα το αγόραζα. Η φωτιά κατάστρεψε όλους μας και σήμερα ακόμη νομίζουμε πως ζούμε ένα όνειρο. Από τα δέντρα που καήκανε, το χρυσάφι του χωριού, μεγάλωσαν και σπούδασαν παιδιά και έγιναν περιουσίες. Πότε θα ξαναγίνουν πάλι δέντρα τα αποκαϊδια; Ο εμπρηστής, που τον κουβεντιάζουν όλοι, δεν έχει πάει ακόμη στο δικαστήριο και οι χωριανοί υποφέρουν. Κάποτε φέρναμε μαζώχτρες και σήμερα από νοικοκύρηδες που ήμασταν καταντήσαμε διακονιάρηδες…»

Η Ουρανία Λαγουδάκη-Βαβουράκη που βίωσε την τραγωδία του ολοκαυτώματος τον Αύγουστο του ’44, δεν αντέχει και λέει με πόνο ψυχής: «Τον Αύγουστο του ’44 που μας κάψανε, οι ελιές έδειχναν πως το χειμώνα θα είχαμε βεντέμα. Ήρθανε, μας σκοτώσανε, μας κάψανε και μας καταστρέψανε. Το λάδι, όμως, ήτανε που μας κράτησε πάλι σαν χωριό. Από τη σοδειά εκείνου του χειμώνα, σκεπάσαμε δυο σπίτια με λεπίδα και μπήκαμε μέσα. Τώρα είναι χειρότερα, γιατί φτάσαμε να αγοράζουμε το λάδι που το είχαμε σε επάρκεια κάποτε.

Αν δεν μου έδιναν τα παιδιά μου θα το αγόραζα όπως οι πιο πολλοί χωριανοί. Ας είναι καλά τα παιδιά μου! Αλλά δεν είναι μόνο αυτό το φοβερό, γιατί του χρόνου δεν θα έχομε ξύλα ούτε να ζεσταθούμε! Έρχονται και παίρνουν τα καμένα ξύλα από τις ελιές διάφοροι και καθαρίζουν τα χωράφια και τα πουλούν. Γι αυτό τον άλλο χειμώνα δεν θα έχουμε να ζεσταθούμε…»

ΣΕ ΑΛΛΗ ΕΠΕΝΔΥΣΗ

Ο Γιώργης Βαβουράκης «σώθηκε» από «το λάδι της γυναίκας στη Βιάννο». Και οι διακόσιες

ελιές που είχε στο χωριό του κάηκαν ολοσχερώς. «Μας άφησαν από τότε που καταστραφήκαμε στο έλεος του Θεού» τονίζει και προσθέτει: «Αν δεν υπήρχαν οι ελιές της γυναίκας μου, αναγκαστικά, θα αγόραζα και εγώ το λάδι όπως το αγοράζει και η πλειοψηφία των χωριανών».

Ο Μανώλης Βεριδάκης βλέπει «κατάματα» το αδιέξοδο των κατοίκων. Γι'αυτό και είναι ρεαλιστής στην άποψη που διατυπώνει: «Όλη η περιοχή της Κρύας Βρύσης και μέχρι την Ορνέ είναι κατεστραμμένη. Εξαφανίστηκε το λάδι, εξαφανίστηκε και το κυνήγι. Βγάζαμε περί τους 300 τόνους το χρόνο και μια χρονιά, πριν το ’64, βγάλαμε, αξέχαστα, 420 τόνους.

Τα δέντρα που «τσουδίστηκαν» και κλαδεύτηκαν σωστά, θα έχουν πάλι παραγωγή σε πέντε χρόνια, τα άλλα που καταστράφηκαν ολοσχερώς σε δέκα. Εγώ, νομίζω, ότι στην περιοχή, για όσους βέβαια δεν πρόκειται να ασχοληθούν με την ελαιοκαλλιέργεια, μπορεί να αποδώσει μια κτηνοτροφική επένδυση με μορφή ανώνυμης εταιρίας στους καμένους τόπους, και στο μεγάλο βοσκότοπο που θα δημιουργηθεί να εκτρέφονται 5 χιλιάδες πρόβατα και στο βουνό 5 χιλιάδες κατσίκες. Θεωρώ ότι αυτή η επένδυση θα δώσει ψωμί στα παιδιά και στα εγγόνια μας…»

Ποιος θα απαλύνει τον πόνο των ανθρώπων; Οι πιο πολλοί, μικροσυνταξιούχοι, νιώθουν «να χάνεται η ζωή τους και υποφέρουν». Η φωτιά και το ντουφέκι στην κατοχή τους ρήμαξε και η φωτιά σε ειρηνικές περιόδους που ήλθε από το χέρι του εμπρηστή, βάζει ξανά πολλούς σε αδιέξοδα…

madeincreta.gr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ