2012-11-15 09:22:48
Φωτογραφία για ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΒΑΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ:«Υποβολή φακέλλου ενεργηθείσης προκαταρκτικής εξετάσεως προς διακρίβωσιν τυχόν τελέσεως, αξιοποίνων πράξεων εξ αφορμής των περί το Πολυτεχνείον γνωστών αιματηρών εκδηλώσεων του Νοεμβρίου 1973».
.........Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι η δίωξις των ως είρηται πράξεων και ο κολασμός των αποδειχθησομένων ενόχων είναι υποχρέωσις της δικαιοσύνης. Επιτρέψατε όθεν όπως εισηγηθώ προς Υμάς την άμεσον άσκησιν ποινικής διώξεως και την εις τακτικήν ανάκρισιν παραπομπήν της υποθέσεως ως προς απαντάς τους εκτεθέντος στρατιωτικούς και αστυνομικούς, εις την αρμοδιότητα των κοινών ποινικών δικαστηρίων υπαγόμενους ένεκεν της αναπτυχθείσης ανωτέρω συμμετοχής εγκληματικής δράσεων των (αρ. 248 παρ. 1 ΣΠΚ)........

Προς Τον κ. Προϊστάμενον της Εισαγγελίας

Πρωτοδικών Αθηνών

ΘΕΜΑ: «Υποβολή φακέλλου ενεργηθείσης προκαταρκτικής εξετάσεως».

Δια της υπ' αριθμ. 1868 / 5-9-1974 παραγγελίας υμών έλαβον την εντολήν όπως ενεργήσω προκαταρκτικήν εξέτασιν προς διακρίβωσιν τυχόν τελέσεως, αξιοποίνων πράξεων εξ αφορμής των περί το Πολυτεχνείον γνωστών αιματηρών εκδηλώσεων του Νοεμβρίου 1973. Επιληφθείς ούτω της ερεύνης εξήτασα πλήθος μαρτύρων, συνέλεξα έγγραφα, ενήργησα αυτοψίας και αλλάς έρευνας, ήκουσα μαγνητοταινίας και παρηκολούθησα την προβολήν κινηματογραφικών ταινιών, ληφθεισών κατά τας ερευνωμένας εκδηλώσεις. Υποβάλλων ήδη υμίν τον σχηματισθέντα ογκώδη φάκελλον αναφέρω τα ακόλουθα επί των εκ της ερεύνης ταύτης διαπιστωθέντων:


ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

Α) ΠΡΟΗΓΗΘΕΝΤΑ

Την 20ήν Νοεμβρίου 1972 είχον διεξαχθή αρχαιρεσίαι εις απαντάς τους φοιτητικούς Συλλόγους των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων προς ανάδειξιν νομίμων εκπροσωπήσεων. Αποτέλεσμα όμως των αρχαιρεσιών τούτο ήτο η εις τας περισσότερος Σχολάς, πλην των τοιούτων τοπογράφων και Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, ανάδειξις εκπροσώπων ασχέτων και ξένων προς την αληθή βούλησιν των εκπροσωπουμένων. Δι' ο και σταθερόν, αμετάθετον και θερμόν ήτο το σύνθημα μεταξύ του σπουδαστικού κόσμου δια γνήσιας και αδιάβλητους αρχαιρεσίας. Το ειλικρινές και δίκαιον τούτο αίτημα απετέλεσε την απαρχήν των κατά Νοέμβριον 1973 γνωστών αιματηρών γεγονότων του Πολυτεχνείου. Από των αρχών ήδη του μηνός Νοεμβρίου, συμπληρουμένου του κατά νόμον ετησίου κύκλου των φοιτητικών εκπροσωπήσεων, το αίτημα τίθεται, καθίσταται γενικόν και εμφανίζεται σταθερόν, εμπνέον τους σπουδαστάς εις αποφασιοτικήν, προς ικανοποίησίν του, αγωνιστικότητα. Το έναυσμα του αγώνος δίδεται δια της υπό των Συλλόγων Τοπογράφων και Χημικών του ΕΜΠ δημοσιεύσεως δια του τύπου του από 8-11-1973 ψηφίσματος αναφερομένου εις σπουδαστικά μόνον ζητήματα και αιτήματα. Την 13ην Νοεμβρίου 1973 επισκέπτεται το Πολυτεχνείον ο τότε Υπουργός Παιδείας και Κυβερνήσεως Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη Παναγιώτης Σιφναίος, όστις εις μάτην προσπαθεί να κατευνάση τα πνεύματα, να πείση περί των αγαθών του προθέσεων κα να αναβάλη προς καιρόν τας αρχαιρεσίας, ελπίζων προφανώς εις την δια των ενεργηθησομένων βουλευτικών εκλογών εκτόνωσιν της καταστάσεως. Απέρχεται του Πολυτεχνείου άπρακτος και ανήσυχος, μη δυνηθείς να εφοδιάση τον πρύτανιν δια του όπερ είχεν υποσχεθή διατάγματος περί αναβολής των αρχαιρεσιών, ίνα δυνηθή να αρνηθή την υπό των σπουδαστών αιτηθείσαν ήδη, εν τω πλαισίω του νόμου, άδειαν συγκλήσεως των συνελεύσεων, διότι το διάταγμα τούτο - κατά την χαρακτηριστικήν έκφρασιν του τότε Υπουργού - «περιεπλανάτο εισέτι μεταξύ Αγαθαγγέλου και Παρασκευά Ιωαννίδη, καίτοι υπογραφέν υπ' αυτού από δεκαημέρου και πλέον».

Β) ΤΕΤΑΡΤΗ, 14-11-1973

Και την 14-11-1973 αι επίφοβοι Γενικοί Συνελεύσεις των σπουδαστών πραγματοποιούνται νομίμως. Από 14.00 μέχρι 17.30 ώρας περίπου 3.000 σπουδασταί του Πολυτεχνείου συνέρχονται εις τα κτίρια των Σχολών των και πραγματοποιούνται Συνελεύσεις των Συλλόγων: Αρχιτεκτόνων, Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανολόγων - Ηλεκτρολόγων και Χημικών Μηχανικών. Εις απάσας τας Συνελεύσεις ταύτας συνεζητήθησαν σπουδαστικά μόνον θέματα και απεφασίσθη η αποχή εκ των μαθημάτων μέχρι και της Δευτέρας 19-11-1973. Το προηγούμενον όμως των περί την Νομικήν, ιδία, Σχολήν, γεγονότων του Φεβρουαρίου 1973 και των εξ αυτών δυσμενών εξελίξεων, σοβαρός μεν προεκάλει εις τους τότε κρατούντος ανησυχίας, προάγγελος όμως ήτο ελπίδων πολλών δια τας νεανικάς καρδίας των σπουδαστών. Και το αντίθετον τούτο, δι' έκαστον των διισταμένων συναίσθημα σοβαρώς επετείνετο, τεχνιέντως εκατέρωθεν υπό ανησυχιών και ελπίδων τροφοδοτούμενον. Τας απογευματινός ώρας της ιδίας ημέρας, Τετάρτης 14-11-1973, ρίπτεται υπό τίνων σπουδαστών η ιδέα της παραμονής και διανυκτερεύσεώς των εντός του Πολυτεχνείου, ενώ πλήθος φοιτητών εξ άλλων σχολών προσέρχονται εις το Πολυτεχνείον και συνενούνται μετά των αυτόθι παραμενόντων. Η τοιαύτη περί παραμονής απόφασις υπήρξεν αυθόρμητος και ήτο ξένη - αρχικώς τουλάχιστον - προς πάσαν ιδέαν πολιτικής εκμεταλλεύσεως των εκδηλώσεων. Περί την 18.00 ώραν πραγματοποιείται εκτός του Πολυτεχνείου και επί των οδών Πατησίων και Στουρνάρα συνάντησις του Πρυτάνεως του Πολυτεχνείου μετά του τότε Αστυνομικού Διευθυντού Αθηνών, παρισταμένου εκπροσώπου της Εισαγγελικής Αρχής και ζητείται άδεια του πρυτάνεως, δια την εντός του ιδρύματος είσοδον των αστυνομικών προς εκδίωξιν των σπουδαστών. Ο πρύτανις όμως αρνείται κατηγορηματικώς, διερμηνεύων εν τούτω και την ομόφωνον και ομόρρυθμον γνώμην της τε Συγκλήτου και του Συλλόγου των καθηγητών του Πολυτεχνείου. Η τοιαύτη υπεύθυνος θέσις των καθηγητών του Πολυτεχνείου εξεφράσθη και επισήμως δια της από 15-11-1973 αποφάσεως της Συγκλήτου, δι' ης κατηγορηματικώς απεκρούετο πάσα ιδέα επεμβάσεως διότι θα κατελύετο δι' αυτής το ακαδημαϊκόν άσυλον και σοβαρός υφίστατο κίνδυνο, αιματοχυσίας. Εξεφράζετο δε εν ταυτώ η ελπίς της υπό των ιδίων των καθηγητών, ως και κατά το παρελθόν, ειρηνικής αντιμετωπίσεως των γεγονότων. Νέα προσπάθεια της Αστυνομίας δι' απ' ευθείας συνεννοήσεως μετ' εκπροσώπων των σπουδαστών προς ειρηνικήν αποχώρησίν των εκ του Πολυτεχνείου αποτυγχάνει. Οριστικοποιείται ούτω η απόφασις της αυτόθι παραμονής των σπουδαστών και από 22.00 ώρας λαμβάνονται τα πρώτα του εκ των έσω αποκλεισμού των. Ουδέν όμως εκ των έξω η Αστυνομία πραγματοποιεί. Αποσύρεται και απρακτεί, οιονεί απαθώς θεωμένη των γιγνομένων, παρά τον σαφώς διαφαινόμενον κίνδυνον διεισδύσεως στοιχείων ξένων και επιρροών επιβλαβών ασχέτων προς τα σπουδαστικά αιτήματα, μεταξύ του φοιτητικού κόσμου, κίνδυνον, ον αντελήφθησαν ή θα έδει να αντιληφθούν πολυπλεύρως και ουχί μονομερώς αι υπηρεσίαι πληροφοριών της Αστυνομίας. (Οράτε σχετικήν αναφοράν αρμόδιας υπηρεσίας). Και ούτω δεν επιχειρείται ευθύς εξ υπαρχής το λογικώτερον και απλούστερο, ο αποκλεισμός δηλονότι του τετραγώνου του κτιριακού συγκροτήματος του Πολυτεχνείου και η απαγόρευσις ή ο έλεγχος, έστω, των εις το Πολυτεχνείον εισερχομένων και εξερχόμενων αυτού. Ούτω και το πανεπιστημιακόν άσυλον θα διετηρείτο και τα επακολουθήσαντα έκτροπα θα προελαμβάνοντο. Και το αποτέλεσμα υπήρξεν αληθώς τραγικόν. Στοιχεία ξένα, άσχετα και εχθρικά προς τους σπουδαστάς εισέρχονται εις το Πολυτεχνείον, ο ιερός χώρος του οποίου μεταβάλλεται εις αιματοβαφή οτίβον ενός απηνούς αγώνος φανατικών πολιτικών αντιθέσεων. Εκπρόσωποι των ποικίλων αποχρώσεων της αριστεράς διασταρούνται μετά πρακτόρων της ΚΥΠ και ανυποψίαστοι αγνοί σπουδασταί συνεργάζονται μετά πρακτόρων μυστικών υπηρεσιών. Και πάντες ούτοι ιδίας έχουν επιδιώξεις, αι οποίοι συμπορεύονται εις την προς ίδιον όφελος αδίστακτον εκμετάλλευσιντου αγνού ιδεαλισμού των νέων (κατάθεσις υπ' αρ. 176 και μαγνητοταινία). Από του απογεύματος της Τετάρτης 14-11-1973, το καθαρών σπουδαστικών αιτημάτων φοιτητικόν κίνημα, μεταλλάσσεται εις πολιτικόν και εκφράζεται ως αντίθεσις προς την κρατούσαν τότε δικτατορίαν. Τα ριπτόμενα δε αρχικά συνθήματα δηλοποιούν την ενότητα εις αυτήν την αντίθεσιν «ψωμί - παιδεία - ελευθερία - δημοκρατία, Λαϊκή Κυριαρχία, έξω από το NATO, Δημοκρατική παιδεία, κάτω η Χούντα, όχι στον εμπαιγμό ενός τρελού» κ.ά. Η τοιαύτη προς τον πολιτικόν χώρον μετατόπισις του αγώνος σωρευτικά προκαλεί γεγονότα και ραγδαίας συνεπάγεται εξελίξεις. Η βαρεία πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής και η επί έτη συμπιεζομένη πολιτική βούλησις εύρον άνοιγμα εκτονώσεως έντονον εις τα δια των εκδηλώσεων προκαλούμενα ρήγματα εις τον δικτατορικόν μονολιθισμόν, ενώ ο κατά την ιδίαν εσπέραν τεθείς εις λειτουργίαν πρόχειρος ραδιοφωνικός σταθμός του Πολυτεχνείου μεταβάλλει εις κήρυγμα εύγλωττον, ισχυρών συγκινησιακών δονήσεων, γενεσιουργόν, την κραυγήν: «Εδώ Πολυτεχνείον, εδώ Πολυτεχνείον, εδώ ο ραδιοφωνικός Σταθμός των ελευθέρων αγωνιζόμενων Ελλήνων»! Η στιγμή ήτο κρίσιμος διότι η εκδήλωσις ήτο αυτόχρημα επαναστατική - και το έτι σπουδαιότερον - εξεδηλούτο εις χώρον ελευθερίας πνευματικής και κατέκλυζε τας ψυχάς αμετανόητων ιδεολόγων όλων των εποχών, των νέων! Απητείτο γνώσις του αναφυομένου ήδη προβλήματος και εχρειάζετο σύνεσις, αντικειμενικότης, διορατικότης και ψύχραιμος αποφασιστικότης δια την αντιμετώπισιν και επίλυσιν τούτου. Και ως προς μεν την γνώσιν σοβαρώς εδοκιμάσθη, διότι ουδείς των αναλαβόντων την ευθύνην των γεγονότων εκ των τότε κρατούντων εδείχθη ότι κατενόει σοβαρώς τα σπουδαστικά αιτήματα και την ιδιότυπον και ιδιόμορφον ψυχολογίαν των νέων, οι οποίοι εις τας προοδευτικός και ανακαινιστικός τάσεις των εμφανίζονται ανέκαθεν ως αντιφρονούντες, αντικυβερνητικοί και ουχί σπανίως επαναστατικοί. Ως προς δε την σύνεσιν, την ψυχραιμίαν και διορατικότητα τραγική επηκολούθησεν η εκ των εξελίξεων διάψευσις αυτής της ελπίδος.

Γ) ΠΕΜΠΤΗ 15-11-1973

Την Πέμπτην, 15-11-1973, η συγκέντρωσις λαμβάνει αμιγώς πολιτικόν χαρακτήρα. Πλήθη λαού κατέρχονται προς το Πολυτεχνείον, αι εκτός αυτού συγκεντρώσεις ογκούνται και αυξάνονται γεωμετρικώς οι εντός αυτού εισερχόμενοι σπουδασταί, αλλά και εργάται. Μαχητικά, αναρχικά και αριστερά στοιχεία επηρεάζουν προς στιγμήν το δια του Ρ / Σ και των μεγαφώνων ριπτόμενα συνθήματα, ενώ πράκτορες της ΚΥΠ, της ΕΣΑ και άλλων μυστικών υπηρεσιών νοθεύουν την καθαρότητα των φοιτητικών συνθημάτων δια της διαδόσεως αναρχικών και ανατρεπτικών τοιούτων όπως: ΚΚΕ - κάτω το Κράτος, Λαοκρατία, ζήτω η σεξουαλική επανάστασις κ.ά. (κακότεχνος προβοκάτσια κατά Σιφναίον και Δασκαλόπουλον) και προσπαθούν να εξωθήσουν και παρασύρουν τους σπουδαστάς εις παντοίας πράξεις βίας και δολιοφθορών. (Καταθέσεις υπ'αρ. 33, 61, 75, 130, 155, 159, 187, 202 και 213). Και οι σπουδασταί αμύνονται προς πάσαν κατεύθυσιν. Επαναφέρουν τον Ρ / Σ εις την ορθήν αντιδικτατορικήν θέσιν του, απαλείφουν αναρχικά και εξτρεμιστικά συνθήματα, αποκαλύπτουν και εκδιώκουν εκ του Πολυτεχνείου τους πράκτορας, τοποθετούν φρουράς εις άπαντα τα εργαστήρια και χώρους οργάνων προς διαφύλαξίν των έναντι πάσης φθοράς ή ζημίας, οργανώνουν επιμελώς την αυτόθι παραμονήν των δια του ορισμού ειδικών επιτροπών κατά τομείς, επιμελούμενοι και αυτής της καθαριότητος, καταστρέφουν όμως από συμφώνου οι ίδιοι το γραφείον του Κυβερνητικού Επιτρόπου και καλούν τον λαόν εις συμπαράστασιν και εξέγερσιν. (Οράτε καταθέσεις απάντων των καθηγητών του Πολυτεχνείου και του επιμελητού Ιατρίδη). Εκτός του Πολυτεχνείου η κατάστασις εμφανίζεται περισσότερον έκρυθμος, διότι η ευρύτης των χώρων και η εντεύθεν ελευθερία κινήσεων διευκολύνει τας μαζικός συγκεντρώσεις και μαχητικάς εκδηλώσεις εις διάφορα σημεία του κέντρου της πόλεως. Κινήσεις διαδηλωτών, συγκεντρώσεις, μικροσυμπλοκαί με αστυνομικούς, διανομή προκηρύξεων, επικόλλησις ή αναγραφή συνθημάτων εις αυτοκίνητα κ.λπ. μεταφοραί τροφίμων και φαρμάκων εις τους εντός του Πολυτεχνείου, μεμονωμένα περιστατικά προπηλακισμού εις βάρος αστυνομικών και στρατιωτικών και διακοπή της έμπροσθεν του Πολυτεχνείου κυκλοφορίας κατά τας εσπερινός ώρας είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ημέρας ταύτης. Από πλευράς υπευθύνων συνεχίζετο, περιέργως, η απραξία και εφεκτικότης. Πραγματοποιείται συνάντησις του Υπουργού Παιδείας μετά του Πρωθυπουργού και αμφοτέρων, ακολούθως μετά του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, παρισταμένου και του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας - καθ α υπό του Παν. Σιφναίου κατατίθεται - εξεδηλώθη αντίθετος προς πάσαν επέμβασιν εις το Πολυτεχνείον, συμφωνών εν τούτω με την απόφασιν της Συγκλήτου. Και εις την γενομένην προς αυτόν παρατήρησιν περί κινδύνου προκλήσεως μεγάλων καταστροφών απήντησεν: «Ας τα σπάσουν. Ας κάψουν και το Πολυτεχνείον. Έχομε λεπτά δια να τα ξαναφτιάξω μεν. Ας κατεβούν και στους δρόμους. Ας σπάσουν τις βιτρίνες». Επεδίωκε προφανώς - επιλέγει ο αυτός πάντοτε τότε Υπουργός Παιδείας - πολιτικά οφέλη. Ποια και πώς όμως; Ιδού το ερώτημα!

Δ) ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 16-11-1973

Το δράμα των γεγονότων του Πολυτεχνείου οδηγείται εις την τραγικήν του κορύφωσιν και την αιματηράν του κατάληξιν. Εντός μεν του Πολυτεχνείου η θέσις των ως είρηται, ποικιλώνυμων φατριών και πολιτικών τάσεων σκληρύνεται, ενώ τα δια του Ρ / Σ εκπεμπόμενα συνθήματα συγκινούν, προκαλούν, διεγείρουν και κινητοποιούν μάζας λαού εις ομαδικός συγκεντρώσεις. Κατά τας μεσημβρινός ώρας πραγματοποιούνται αι πρώτοι μεγάλοι πορείαι προς Ομόνοιαν και Πολυτεχνείον δια των μεγάλων αρτηριών: Αιόλου, Σταδίου, Πανεπιστημίου, Πατησίων και Αλεξάνδρας. Την 18.00 ώραν μέγα πλήθος διαδηλωτών πορεύεται προς το Σύνταγμα.

Ανακόπτεται όμως υπό αστυνομικών δυνάμεων η πορεία του και εις την συμβολήν των οδών Σταδίου - Δραγατσανίου και Κοραή επιχειρείται η βιαία διάλυσίς του. Κατά την επανακολουθήσασαν συμπλοκήν ρέει το πρώτον αίμα, διότι υπήρξαν εκατέρωθεν τραυματίαι. Κατά τινας μάλιστα μαρτυρίας, μη πλήρως εξελεγχθείσας, ετραυματίσθησαν θανασίμως νεαρά διαδηλώτρια και διαδηλωτής και επυροβολήθη δις Υπαστυνόμος ανεπιτυχώς (καταθέσεις υπ' αριθ. 215, 216 και 217). Στοιχεία ύποπτα και ανεύθυνα, ομαδικώς ή και ατομικώς ενεργούντα, προβαίνουν εις πράξεις βιαιοπραγίας κατά πολιτών και εις καταστροφάς περιουσιών (θραύσεις βιτρινών και προθηκών καταστημάτων - κατάθεσις 239). Ομάς διαδηλωτών επέτυχε και εισήλθε εις το επί της οδού Αιόλου αρ. 104 Μέγαρον της Νομαρχίας Αττικής και μετά κόπου εξεβλήθη υπό των αστυνομικών. Η κατάοτασις συνεχώς εκτραχύνεται και καθίσταται επικίνδυνος. Την 19.30 ώραν ζητείται υπό της Αστυνομίας η επικουρία της Χωροφυλακής, ήτις και αναλαμβάνει την φρούρησιν διαφόρων δημοσίων καταστημάτων, (έγγραφον της υπ' αρ. Ε 34356 Φ 0025 / 16-11-1973). Περί ώραν 20.30 αρχίζουν αι πρώτοι συγκεντρώσεις και επιθέσεις των διαδηλωτών κατά του επί της συμβολής των οδών Γ Σεπτεμβρίου και Μάρνη κτιρίου του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αίτινες και κατά τρεις διαδοχικός φάσεις συνεχίζονται μέχρι της 22.30 ώρας. Επιτυγχάνεται αρχικώς η απόκρουσις και διάλυσίς των διαδηλωτών δι' απλών απωθήσεων και χρήσεως αστυνομικών ράβδων, ως και δακρυγόνων αερίων. Κατά τας τελικάς όμως φάσεις των επιθέσεων τούτων γίνεται χρήσις πυροβόλων όπλων, τη εντολή του Διοικητού του Μικτού Επιτελείου του Υπουργείου Στρατηγού Βαρνάβα. Ως προς τον χαρακτήρα της τοιαύτης χρήσεως των όπλων τα υπό των αρμοδίων υποστηριζόμενα σοβαρώς προς την πραγματικότητα αντιτίθενται. Ομιλούν ούτω περί πυροβολισμών εις τον αέρα προς εκφοβισμόν ενώ οι δύο (2) πρώτοι νεκροί εκ του καταλόγου των γνωστών θυμάτων έπεσαν εις τον γύρωθεν χώρον και ακόμη υπήρξαν πολλοί τραυματίαι. Εν τη ερεύνη ακολούθως της νομιμότητος της ούτω γενομένης χρήσεως των όπλων σοβαρά διαπιστούται αντίθεσις απόψεων των τότε υπευθύνων υπηρεσιακών παραγόντων, των μεν υποστηριζόντων ότι νομίμως εγένετο η χρήσις των όπλων (κατάθεσις υπ' αρ. 151), των δε τουναντίον ότι μεταξύ των νομίμων μέσων δεν ήτο και η χρήσις των όπλων κατά του πλήθους (κατάθεσις υπ' αριθ. 180). Η κατά του πλήθους όμως χρήσις των όπλων διαπιστούται, ως ετονίσθη ήδη, κατά τρόπον αναμφισβήτητον. Πέραν των συγκεκριμένων και επωνύμων θυμάτων, τα επί των κατέναντι τοίχων και των αυτόθι επί των οδών εσταθμευμένων αυτοκινήτων διαπιστωθέντα και εισέτι υπάρχοντα ίχνη εκ προσκρούσεως βλημάτων πυροβόλων όπλων, εις μακρόν μάλιστα από του εδάφους ύψος καταδεικνύουν το έωλον του περί εκφοβιστικών βολών ισχυρισμού. Η ύπαρξις τέλος ελευθέρων σκοπευτών, ελευθέρως εις τον χώρον του Υπουργείου κινουμένων, καθιστά ύποπτον πάσαν αντίθετον θέσιν. Διότι υπήρξεν αληθώς τραγική εν τη ενεργηθείση ερεύνη η ακόλουθος αποκάλυψις: Άτομον εν πολιτική περιβολή, φέρον κόμην μακράν και γενειάδα, εκράτει μακρύκανον πυροβόλον όπλον και ου μόνον ελευθέρως και ανεμποδίστως ως εις οικείον και γνώριμον χώρον, εκινείτο μεταξύ των οργάνων του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αλλά και επυροβόλει δια του όπερ έφερε φονικού όπλου εκ διαφόρων σημείων του κτιρίου και από της ταράτσας, αλλά και εκτός αυτού, κατά του πλήθους ή και μεμονωμένων διαδηλωτών προς το Πολυτεχνείον και την οδόν Αβέρωφ. Τα στοιχεία ταυτότητος και η κακούργος συμπεριφορά του αδιαστάκτου τούτου φονέως βεβαιούνται εκ των συλλεγεισών αποδείξεων (οράτε καταθέσεις υπ' αρ. 25, 151, 181 και 251). Από της 20.00 ώρας περίπου ήρχισεν η εντός και εκτός του Πολυτεχνείου ρίψις βομβίδων δακρυγόνων υπό της Αστυνομίας, ενώ η ψυχραιμία και η υπευθυνότης είχον εγκαταλείψει πολλά από τα κατώτερα ιδία, όργανα της. Ου μόνον εκτύπων ανηλεώς και βαναύσως τους διαδηλωτάς, σοβαράς προκαλούντες εις τούτους κακώσεις, αλλά και επυροβόλουν δια των όπλων των (καταθέσεις υπ' αριθ. 209, 227, 228 και 258). Και είναι εύκολον να κρίνη τις και να παρακολούθηση την κατεύθυνσιν των υπό την δόνησιν παρομοίων ψυχικών εκρήξεων εξαπολυομένων βολίδων! Εις έτερα σημεία των οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας πυραί ηνάπτοντο, οχήματα μετεκινούντο και ανετρέποντο, οδοφράγματα ανεγείροντο, φθοραί και καταστροφαί περιουσιών προεκαλούντο. Και μέσα εις τον ορυμαγδόν αυτόν της καταστροφής και του ελλοχεύοντας θανάτου έπιπτον οι πρώτοι νεκροί και τραυματίαι. Είναι έργον δικαιοσύνης δε εξ υπαρχής να τονισθή ότι η τραγωδία δεν υπήρξεν μονόπλευρος και δεν εβάρυνεν μόνον το άοπλον πλήθος και τους νέους διαδηλωτάς, διότι υπήρξαν και περιπτώσεις τραυματισμού αστυνομικών. Κατά δεκάδας οι τραυματίαι διακομίζονται εις τον πρόχειρον υγειονομικόν σταθμόν του Πολυτεχνείου και εκείθεν προς τον ΣΑΒ και το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών. Πολλοί δε εξ αυτών εισήρχοντο εις τας γύρωθεν κατοικίας όπου ευγενείς συνάνθρωποι τους περιέθαλπον και προσέφεραν τας υπηρεσίας των. Είχεν αρχίσει ήδη η κίνησις των ασθενοφόρων. Δεν υπήρξεν όμως η αναμενόμενη, ούτε ανάλογος προς το μέγεθος της καταστροφής. Δισταγμός, επιφυλακτικότης, φόβος; Ίσως, διότι και ασθενοφόρα εβλήθησαν και παρημποδίσθησαν υπό ομάδων πολιτών και της Αστυνομίας να εκτελέσουν το έργον των (καταθέσεις υπ' αριθ. 68 και 227). Άγνωστον τι ακριβώς επηρέασε την βούλησιντων υγειονομικώς υπευθύνων. Υπήρξαν όμως και ενθαρρυντικοί εξαιρέσεις διακεκριμένων πράξεων φιλαλληλίας και αλτρουισμού. Ιατροί των γύρω περιοχών προσέτρεξαν εις το Πολυτεχνείον, υπείκοντες εις την φωνήν του ανθρωπιστικού και ιατρικού των καθήκοντος, άγνωστοι και ανώνυμοι ιδιώται κινητοποιούνται, αδελφοί νοσοκόμοι προσφέρονται και ιατροί εκ του Ρυθμιστικού Κέντρου κατέρχονται εις το Πολυτεχνείον δια να προσφέρουν τας υπηρεσίας των και παραλάβουν τραυματίας. Ότε όμως ήρχισεν η διακομιδή των πρώτων τραυματιών, εις το Ρυθμιστικόν Κέντρο Αθηνών η ανθρωπινή βαρβαρότης έδειξε το αληθές προσωπείον της, ημαύρωσε και διέσυρε πάσαν έννοιαν φιλαλληλίας και ανθρωπισμού. Οι τραυματίαι δεν απετέλουν εκεί αντικείμενον περιθάλψεως και μερίμνης, αλλά στόχον καννιβαλικών εκδηλώσεων εκ μέρους ευάριθμων, εκ των αυτόθι υπηρεσιακώς ευρισκομένων, αστυνομικών υπαλλήλων, υπό τας ευλογίας και παροτρύνσεις του τότε διοικητικού Διευθυντού του Νοσοκομείου, όστις κραδαίνων παρανόμως περίστροφον, υβρίζων και απειλών και βλάσφημων, περιεφέρετο εις τους χώρους του Νοσοκομείου ενσπείρων τον τρόμον (οράτε και κατάθεσιν του ιδίου). Υβρίζοντα αναιδώς και εκακοποιούντο βαναύσως ου μόνον οι τραυματίαι αλλά και οι συνοδοί των. Και υπήρξαν πολλοί περιπτώσεις βαρύτατων τραυματισμών, υπό των «γενναίων» αυτών αστυνομικών προκληθέντων. Το ανήκουστον όμως και φοβερόν είναι ότι εδολοφονήθη άνθρωπος εν ψυχρώ εκ της κακουργίας των ταύτης: «Γύρω στα μεσάνυχτα της Παρασκευής - κατατίθεται υπό υπαλλήλου του Ρυθμιστικού (κατάθεσις υπ' αρ. 78) - ένας νέος άνθρωπος, ήλθε στο Ρυθμιστικό, ζητώντας πληροφορίες για τους δικούς του. Πέσανε επάνω του τρεις αστυφύλακες που ήσαν στο Ρυθμιστικό και τον κομμάτιασαν κυριολεκτικώς στο ξύλο με αποτέλεσμα να πεθάνη. Τον μετέφεραν εν συνεχεία, στον νεκροθάλαμο». Του τραγικού περιστατικού υπήρξαν και άλλοι αυτόπται, οι οποίοι καταθέτουν ομοίως και αποκαλύπτουν μερικούς εκ των δολοφόνων (καταθέσεις υπ' αριθ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94). Ιατρός χειρουργός Ρυθμιστικού καταθέτει ότι υπέκυψεν εις τας χείρας του τραυματίας δια πυροβόλου όπλου, συνεπεία βαρείας κρανιοεγκεφαλικής κακώσεως εκ ξυλοδαρμού (κατάθεσις υπ' αριθ. 86) και υπάλληλος του ιδίου Νοσοκομείου τονίζει ότι: «το θέαμα ήτο φοβερό και μας έκανε να ντρεπόμαστε για την κατάντια μας» (κατάθεσις υπ' αριθ. 79). Εν όψει της θλιβερός ταύτης πραγματικότητας οι μεν ιατροί εφυγάδευσαν τους τραυματίας ή κατεσκεύασαν ψευδώς τα στοιχεία της ταυτότητος των, ίνα αποφύγουν ούτοι τας εν συνεχεία βεβαίας κακοποιήσεις των, οι δε τραυματίαι απέφευγαν να μεταβούν εις Νοσοκομεία ή Κλινικός. Και ούτω την ενροπήν, περί ης η ανωτέρω κατάθεσις, διεδέχθη ο φόβος των ασθενών και η εκ των Ναών της Υγείας απομάκρυνσίς των! Δείγμα και τούτο της πολιτιστικής εξελίξεως μιας εποχής. Ποία όμως ήτο η εξέλιξις των γεγονότων κατά την ημέραν ταύτην υπό άποψιν υπευθύνου αντιμετωπίσεως των. Περί ώραν 11.00 πραγματοποιείται σύσκεψις εις το γραφείον του Πρωθυπουργού, παρισταμένων των Αντιπροέδρων της Δημοκρατίας και Κυβερνήσεως, των Υπουργών Παιδείας και Δημοσίας Τάξεως, του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και του Αρχηγού της Αστυνομίας. Μετά ΊΟλεπτον προσέρχεται εις την σύσκεψιν και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Και κατά την σύσκεψιν ταύτην αποφασίζεται καθ' α υπευθύνως υπό τότε Κυβερνητικών παραγόντων υποστηρίζεται και κατατίθεται, ότι επ' ουδενί λόγω θα εχρησιμοποιούντο όπλα, αν προεβάλλετο αντίδρασις και μόνον εν εσχάτη ανάγκη θα επετρέπετο η χρήσις δακρυγόνων, απαγορευομένης όμως της ρίψεως τούτων εντός του Πολυτεχνείου. Η δια των γεγονότων όμως αναφανείσα ακολούθως πραγματικότης παρουσιάζεται άντικρυς αντίθετος των εκτεθέντων θεωρητικών εξορκισμών, διότι ισχυροί στρατιωτικοί δυνάμεις εκλήθησαν, χρήσις όπλων εγένετο και αληθής βομβαρδισμός δια δακρυγόνων των εντός του Πολυτεχνείου έλαβε χωράν. Και εις το ανάκυπταν εύλογον, εκ των ανωτέρω ερώτημα δίδεται η ακόλουθος - υπό του τότε αρχηγού της Αστυνομίας - απάντησις: «Αι υπάρχουσαι αστυνομικοί δυνάμεις, παρά την ενίσχυσιν της Χωροφυλακής, δεν ηδύνατο να ανταποκριθούν δια την αποκατάστασιν της τάξεως. Ενημερώθη σχετικώς το γραφείον Προέδρου Δημοκρατίας (ταξίαρχος Παρασκευάς Ιωαννίδης), όστις μετ' ολίγον και περί ώραν 23.15 μοι ανεκοίνωσε τηλεφωνικώς ότι απεφασίσθη υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας η ενίσχυσις των αστυνομικών δυνάμεων υπό των Ενόπλων Δυνάμεων, ήτοι δια τριών ή τεσσάρων αρμάτων μάχης, άτινα δια της εντυπωσιακής εμφανίσεως των και μόνον εις τον χώρον του Πολυτεχνείου, θα εξηνάγκαζον ψυχολογικώς τους εντός ευρισκομένους να εγκαταλείψουν τας αίθουσας και το προαύλιον του ΕΜΠ» (οράτε κατάθεσιν ανωτέρω). Και ούτω η εις αδυναμίαν ευρισκομένη Αστυνομία δεν συνειδητοποιεί η ιδία την ανάγκην της ενισχύσεως της, αλλά της εμπνέεται άνωθεν και διατάσσεται να διαβίβαση το έγγραφον ίνα πληρωθή ο τύπος του νόμου, διότι - ως επιλέγει εις την κατάθεσίν του ο τότε Διευθυντής της Αστυνομίας - «είχεν αποφασισθή προ πολλού η επέμβασις του Στρατού και τα άρματα, ότε εγώ υπέγραφαν ήσαν έτοιμα, ή και εκινούντο» (οράτε κατάθεσιν) και προς την άποψιν ταύτην πλήρως στοιχείται και η υπό του τότε Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων λαμβανομένη θέσις έναντι των γεγονότων (οράτε κατάθεσιν).

Εύγλωττοι και αληθώς αποκαλυπτικοί δια την έρευναν οι προεκτεθείσαι λογικοί και πραγματικοί αντιθέσεις! Υποβάλλει πράγματι, κατά διαταγήν του Αρχηγού, ο Διευθυντής της Αστυνομίας την 23.30 ώραν το υπ' αριθμόν Β 34258 Φ 0025 /16-11-1973 έγγραφον του προς την ΑΣΔΕΝ προς παροχήν αναλόγου ενισχύσεως, συμφώνως τω υπ' αριθ. 341 κανονισμώ «περί της εν πόλεσι και φρουρίοις υπηρεσίας των στρατευμάτων (Β.Δ. από 4-9-1949)». Και η προς ψυχολογικόν εκφοβισμόν αποβλέπουσα ανάλογος αύτη ενίσχυσις το μεν διέτρεξαν όλα τα από του Προέδρου της Δημοκρατίας μέχρι του ΣΔΑ ιεραρχικώς ανώτερα στρατιωτικά κλιμάκια, το δε περιελάμβανε τας ακολούθους στρατιωτικός δυνάμεις: α) Μίαν διλοχίαν του 28ου συντάγματος, εδρεύοντος εν Χαϊδαρίω με 10-12 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού του ΚΕΒΟΠ. Η κίνησις των μονάδων τούτων προς τα στρατόπεδα: Αυξεντίου, Σταθμού Λαρίσης και 951 Λόχου ΕΣΑ διετάχθη την 21.30 - 22.00 ώραν. (Ο τοιούτος χρόνος κινήσεως επιβεβαιοί το ανωτέρω κατατεθέν υπό του τότε Αστυνομικού Διευθυντού Αθηνών), β) Δυνάμεις καταδρομών και δη την Διοίκησιν του συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, 1ην και 2αν μοίραν Αλεξιπτωτιστών, τμήμα της Σχολής Αλεξιπτωτιστών μετά τεθωρακισμένων ομοίως οχημάτων μεταφοράς προσωπικού. Η κίνησις των τμημάτων τούτων διετάχθη περί την 23.00 ώραν και γ) Ουλαμούς αρμάτων μάχης του ΚΕΤΟ, ανήκοντος πιθανώς εις την 30ήν ΕΜΑ. Ο συντονισμός κινήσεως των δυνάμεων τούτων ανήκεν εις τον Διοικητήν της ΑΣΔΕΝ, όστις και ώρισεν Συνταγματάρχην ως επικεφαλής δια την επί τόπου εφαρμογήν των διαταγών του. Αποστολή του, ως αύτη προσδιορίζεται υπό του τότε Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων, ήτο η εν συνεργασία μετά του Διευθυντού της Αστυνομίας αποκατάστασις της τάξεως και η εκκένωσις του Πολυτεχνείου. Ο τρόπος εκτελέσεως της αποστολής ταύτης εναπέκειτο εις την διακριτικήν του ευχέρειαν κατ' ορθήν εκτίμησιν της ην αντιμετώπιζε καταστάσεως, εντός των πλαισίων πάντοτε του κυρίως επιδιωκομένου ψυχολογικού επηρεασμού και της μη χρήσεως όπλων. Εβεβαιώθησαν πλήρως υπό της ενεργηθείσης ερεύνης τα στοιχεία ταυτότητος απάντων των επικεφαλής των ανωτέρω στρατιωτικών τμημάτων Αξιωματικών, ως και του υπό του Διοικητού της ΑΣΔΕΝ ορισθέντος Συνταγματάρχου ως συνδέσμου, μεταξύ αυτού και της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών (περί των στοιχείων τούτων και πάντων των εκτεθέντων οράτε καταθέσεις υπ' αριθ. 105, 110, 133 και 164 ως και 72, 76, 116 και 159).

Ε) ΣΑΒΒΑΤΟΝ, 17-11-1993

Οδηγούμεθα ήδη ραγδαίως εις την λύσιν του δράματος. Περί το μεσονύκτιον της Παρασκευής, 16-11-73, αι μεν αστυνομικοί δυνάμεις έχουν αποκλείσει το οικοδομικόν τετράγωνον του Πολυτεχνείου δια της τοποθετήσεως ανδρών εις επίκαιρα σημεία προσβάσεων υπό τους Αστυνομικούς Διευθυντάς, ο δε στρατός ευρίσκεται ήδη εν κινήσει εγγύς του Πολυτεχνείου. Το τριήμερον των συνεχών συγκρούσεων και ο κάματος έχουν υπερφορτίσει μέχρις εκρηκτικότητας την ψυχολογίαν των συμμετεχόντων εις την επιχείρησιν αστυνομικών υπαλλήλων. Περί την 01.30 ώραν του Σαββάτου, 17-11-73, τα εκ της Λεωφόρου Αλεξάνδρας κατερχόμενα άρματα εστάθμευσαν εις την πλατείαν Αιγύπτου, ενώ όγκος διαδηλωτών ευρίσκετο εις το ύψος των προ του ΟΤΕ κτισμάτων και καθ' όλον το πλάτος της Λεωφόρου Πατησίων. Νεαρός Αξιωματικός αγνώστου ταυτότητος, κατελθών ενός των αρμάτων μετά του οπλοπολυβόλου του, τοποθετείται εις το μέσον της Πατησίων και υβρίζων πυροβολεί προς την κατεύθυνσιν των διαδηλωτών (οράτε κατάθεσιν υπ' αριθ. 49). Και καθ' όλην όμως την εντός της πόλεως διαδρομήν των αρμάτων ρίπτονται πυροβολισμοί εξ αυτών. «Διεπίστωσα μετ' εκπλήξεως - καταθέτει ο τότε Διευθυντής της Αστυνομίας - ότι τα άρματα ήσαν ουχί 2 ή 3 αλλά ευάριθμα. Μερικά τούτων εκινήθησαν επί των πέριξ του Πολυτεχνείου οδών, έρριπτον δε ριπάς πολυβόλων. Τελικώς παρετάχθησαν προ του Πολυτεχνείου με ανημμένους τους προβολείς και τα πολυβόλα εστραμμένα προς το Πολυτεχνείον. Ερρίπτοντο παρ' αυτών εκφοβιστικαί βολαί. Επλησίασα Αξιωματικόν και του είπον ότι ο πυροβολισμός είναι επικίνδυνος δια τους εις τας παρυφάς του Λυκαβηττού και του λόφου Στρέφη κατοικούντας. Μου απήντησε: «Μην ανησυχείς είναι άσφαιρα». Ο ίδιος όμως ακολούθως επείσθη εκ της αποκοπής ηλεκτροφόρων συρμάτων των τρόλεϊ, ότι ήσαν ένσφαιρα! (Οράτε κατάθεσίν του υπ' αριθ. 84). Την 01.45 ώραν τα άρματα ενούνται εις τον προ του Πολυτεχνείου χωράν και αι μονάδες καταδρομών τοποθετούνται καταλλήλως. Οι ισχυροί προβολείς των αρμάτων καταυγάζουν ολόκληρον την περιοχήν του Πολυτεχνείου και οι εντός αυτού εγκλεισμένοι αναρτώνται επί των κιγκλιδωμάτων και χειροκροτούν τους στρατιώτας ρίπτοντες διάφορα συνθήματα, όπως «αδέλφια μας φαντάροι, είμαστε άοπλοι, μη μας χτυπάτε, κ.ά.». Και άρχονται οι αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις. Εκπρόσωποι των σπουδαστών, μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής αυτών, προσέρχονται περί ώραν 02.30 εις την κεντρικήν πύλην του Πολυτεχνείου. Δηλούν ότι αποδέχονται την άμεσον και ειρηνικήν εκκένωσιν, υπό την εγγύησιν όμως και παρουσία εκπροσώπων της Εκκλησίας, της Δικαιοσύνης, των καθηγητών των, του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και του τύπου. Προσπαθούν να αποφύγουν την μετά βεβαιότητας αναμενομένην κακοποίησιν και επιζητούν να σωθούν. Οι όροι των όμως απορρίπτονται και ακολουθεί ημίωρον περίπου εκνευρισμού, απειλών, αγωνίας, φόβου και απογοητεύσεων. Κατά τον ίδιον χρόνον εις τον προ του Πολυτεχνείου χώρον, έμπροσθεν του ξενοδοχείου ΑΚΡΟΠΟΛ, ευρίσκονται ο Υποστράτηγος Διοικητής της ΣΔΑ, ο Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και ο Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών. Ουδείς όμως εκπρόσωπος της πνευματικής ηγεσίας του τόπου είναι παρών. Και οι εγκλεισμένοι, ατακτήσαντες έστω, νέοι αισθάνονται ανασφαλείς, διότι πάντας τους εκτεθέντος θεωρούν διώκτας και αντιπάλους των. Ήτο ανάγκη επομένως οίκοθεν να ληφθή παν μέτρον διασφαλίσεως της ειρηνικής και αναίμακτου εξόδου. Πέραν όμως και ανεξαρτήτως οιασδήποτε πολιτικής, ηθικής και κοινωνικής δεοντολογίας ως εκ της φύσεως των εκδηλώσεων και της συμμετοχής νέων εις ταύτας, επεβάλλετο να τηρηθούν απαρεγκλίτως τα νόμιμα. Και ήσαν ταύτα τα υπό του Ν.Δ. 794 /1971 και του Β.Δ. 269 /1972 προσδιοριζόμενα: διάλυσις της παρανόμου ή εξελθούσης του σκοπού της δημοσίας συναθροίσεως υπό της Αστυνομίας δια της χρήσεως όλων των - κατ' εκτίμησιν της καταστάσεως - προσφορών προς τον σκοπόν τούτον μέσων, παρουσία όμως και μετά γνώμην των εκπροσώπων της Διοικητικής και Δικαστικής Αρχής ήτοι του Νομάρχου και Εισαγγελέως Πρωτοδικών. Και τα νόμιμα ταύτα δεν ετηρήθησαν. Δι' ο και επί του σημείου τούτου εζητήθησαν σαφείς διευκρινίσεις από τον έχοντα την κατά νόμον ευθύνην της αντιμετωπίσεως των γεγονότων τότε, Αστυνομικόν Διευθυντήν Αθηνών, όστις και κατέθεσεν τα ακόλουθα: «Επικείμενης της ενεργείας μας προς εκκένωσιν του Πολυτεχνείου, ητησάμην δια του ασύρματου την αποστολήν επιτόπου του Εισαγγελέως και του Νομάρχου. Έλαβα μετ' ολίγον την απάντησιντου Κου Αρχηγού, ότι ούτοι δεν ανευρίσκονται και ότι οφείλω να ενεργήσω άνευ της παρουσίας αυτών. Τούτο ανέφερα και εις τον παριστάμενον Γενικόν Γραμματέα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως κ. Χαράλαμπον Παπαδόπουλον, ο οποίος προφορικώς μου έδωσε την εντολήν να ενεργήσω άνευ της παρουσίας των ειρημένων». Πλήρως όμως εβεβαιώθη ότι ο Εισαγγελεύς από ενωρίς ευρίσκετο εις τους τόπους των επεισοδίων και εις την Αστυνομικήν Διεύθυνσιν και ειδικώς ερωτηθείς υπήρξεν ανενδοιάστως και απεριφράοτως αντίθετος προς πάσαν σκέψιν παραβιάσεως του Πανεπιστημιακού ασύλου (οράτε συμπληρωματικήν κατάθεσιν Δασκαλοπούλου). Αι εντεύθεν προκύπτουσαι διαπιστώσεις και η κατά την αντιμετώπισιν των διαδηλωτών εν τω Υπουργείω Δημοσίας Τάξεως εφαρμοσθείσα τακτική, ως ανωτέρω αύτη λεπτομερώς εξετέθη, καταδεικνύουν σαφώς τας πολλαπλός παραβιάσεις του Νόμου και το κατά την αντιμετώπισιν των γεγονότων κράτησαν πνεύμα αυτοσχεδιασμού και αυθαιρεσίας. Διότι ο νόμος είναι σαφής και η απαιτουμένη υπ' αυτού παρουσία του Νομάρχου και του Εισαγγελέως δεν είναι στοιχείον διακοσμητικόν, αλλ' ενέχει σημασίαν ουσιαστικήν, εφ' όσον «μετά γνώμην αυτών» διατάσσεται η διάλυσις της συναθροίσεως. Και δεν δύναται να υποστηριχθή ότι συνέτρεχαν προϋποθέσεις της παρ. γ του αρθρ. μόνου Β.Δ. 269 / 72, ήτοι ότι επρόκειτο περί περιστάσεως κατεπειγούσης και παρίστατο άμεσος κίνδυνος διασαλεύσεως της τάξεως, καθ' ας επιτρέπεται η εν απουσία των ανωτέρω εκπροσώπων της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης ενέργεια. Διότι το τριήμερον των γεγονότων αφαιρεί εξ αυτών πάσαν έννοιαν κατεπείγοντος, τουθ' όπερ και κατενοήθη υπό των υπευθύνων, δι' ο και εκλήθη αρχικώς ο Εισαγγελεύς και ήτο δεδομένη, γνωστή σε τοις πάσιν, η κατά την διαδρομήν ταύτην παρουσία Εισαγγελέως. Αποδεικνύεται τούτο εκ των εκτεθέντων και πιστοποιείται εκ των ανταλλαγέντων σημάτων μετά του κέντρου αμέσου δράσεως της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών, καθ' α περί ώραν 02.30 της 17-11-1973 ευρίσκετο εις τι σημείον του γύρωθεν χώρου Αντεισαγγελεύς Πρωτοδικών ως εκπρόσωπος του Εισαγγελέως. Εις τα εκτεθέντα προσθετέον εισέτι ότι η δοθείσα εντολή προς τον Διευθυντήν της Αστυνομίας παρά του Αρχηγού της Αστυνομίας Πόλεων και του Γενικού Γραμματέως του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως είναι παρ' νόμος και εντεύθεν δεν καλύπτει αυτόν, διότι κατά την ρητήν επιταγήν της παρ. δ' της ως είρηται διατάξεως η μετά χρήσεως των όπλων, έστω και προς εκφοβισμόν, διάλυσις συναθροίσεων επικινδύνων δια την ζωήν και σωματικήν ακεραιότητα των συμμετεχόντων εις ταύτας, επιχειρείται πάντοτε και μόνον παρουσία και μετά γνώμην του Νομάρχου και του Εισαγγελέως, μη παρεχομένης εντεύθατης ευχέρειας ως κατά την παρ. γ' της άνευ αυτών ενεργείας! Ταύτα, όμως, πάντα προϋπέθετον ειλικρίνειαν προθέσεων, μετά συνέσεως, ψυχραιμίας και υπευθυνότητας εκδηλουμένων. Και δυστυχώς δεν συνέτρεξαν αι στοιχειώδεις αύται προϋποθέσεις αλλά το όλον πρόβλημα αντιμετωπίσθη υπό μορφήν στρατιωτικής επιχειρήσεως, αι κρισιμώτεραι φάσεις της οποίας εκτυλίσσονται εν απουσία, ως μη έδει, των εκπροσώπων της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης και βεβαίως ου μόνον άνευ γνώμης αυτών, αλλά και παρά την ρητώς εκφραθείσαν αντίθετον γνώμη του Εισαγγελέως δια τον σεβασμόντου πανεπιστημιακού ασύλου. Ο επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτων Αξιωματικός, αντί να προσφέρη την βοήθειάν του εις τον έχοντα την ευθύνην της όλης ενεργείας Διευθυντήν της Αστυνομίας Αθηνών, τον καταργεί και ενεργεί αυτοβούλως. Έκτοτε η Αστυνομία δεν έχει την πρωτοβουλίαν των κινήσεων, αλλ' ακολουθεί και αι προβλέπουσαι και ρυθμίζουσαι το πρόβλημα της συνεργασίας στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων διατάξεις της κειμένης νομοθεσίας αγνοούνται και παραβιάζονται. Διότι κατά τας παρ. 121 και 128 του Κανονισμού της εν πόλεσιν Υπηρεσίας των Στρατευμάτων, τα μεν στρατεύματα τίθενται υπό τας διαταγάς ή εις την διάθεσιν του προϊσταμένου της Δημοσίας Ασφαλείας ή του Διοικητού Χωροφυλακής, έχοντος πλήρη την ευθύνην απέναντι της Διοικητικής Αρχής δια την λήψιν πάντων των ενδεικνυομένων μέτρων προς τήρησιν της τάξεως και πρόληψιν των ταραχών, η εκτίμησις δε της ανάγκης προσφυγής εις την χρήσιν των όπλων παρά των προς τήρησιν της δημοσίας τάξεως προσεπικαλουμένων στρατευμάτων και η πρωτοβουλία της τοιαύτης ενόπλου επεμβάσεως, ανήκει εις την Διοικητικήν Αρχήν, αντιπρόσωπος της οποίας μεταβαίνει εις τον τόπον της συγκεντρώσεως. Και αποτέλεσμα της αυθαιρεσίας ταύτης υπήρξεν η αναστάτωσις, η σύγχυσις, η ανωμαλία και η εμφανής παρανομία, ως το σοβαρώς υπό της ερεύνης πιθανολογηθέν ότι Συνταγματάρχης του Στρατού εξετέλεσε εν ψυχρώ νέον ηλικίας 17 ετών έμπροσθεν του Πολυτεχνείου (οράτε καταθέσεις υπ' αριθ. 99 και 242 ένθα και τα στοιχεία ταυτότητος του Συνταγματάρχου αυτού).

Την 02.43 ώραν τάσσεται μικρά, ίσως 15λεπτος, προθεσμία εις τους σπουδαστάς δια να εξέλθουν. Μερικοί εκ των εγκλείστων ήρχισαν να απασφαλίζουν την είσοδον και τελικώς το επέτυχαν. Εδυσχεραίνετο όμως η έξοδος διότι όπισθεν της πύλης είχεν τοποθετηθή και ευρίσκετο αυτοκίνητον Μερσεντές. Και ενώ η μεν πρόθεσις των εγκλείστων προς έξοδον είχε καταστή εμφανής, προσπάθεια δε κατεβάλλετο δια την απομάκρυνσιν του φράσσοντας την πύλην αυτοκινήτου, ανυπόμονος Ίλαρχος, αυτόθι ιστάμενος, απώλεσε την ψυχραιμίαν του και εν οργή ανεφώνησεν: «Τσογλάνια ρεζιλεύετε το στράτευμα...» και αμέσως έδωσε την διαταγήν της εισόδου (οράτε κατάθεσιν του τότε Διευθυντού της Αστυνομίας - υπ' αριθ. 84). Το άρμα εκινήθη μετά δυνάμεως, συνεκλόνισε την πύλην, κατέστρεψε τους μαρμάρινους κίονας της εισόδου, συνέτριψε και κατέρριψε την εξώθυραν και ακολούθως κυριολεκτικώς ισοπέδωσεν το προεκτεθέν αυτοκίνητον, εισελθόν εις βάθος 10 περίπου μέτρων εντός του προαυλίου του Πολυτεχνείου. Δημοσιογράφος, επί ενός των κιόνων ευρισκόμενος, κατεκρημνίσθη μετ' αυτού εις το έδαφος, τραυματισθείς ελαφρώς (κατάθεσις υπ' αριθ. 172), νεαρός σπουδαστής επί των κιγλιδωμ InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ