2012-10-30 17:23:02
Φωτογραφία για Εμβολιασμός ενηλίκων: Γιατί είναι απαραίτητος;
της Νεκταρίας Καρακώστα

Νέες προκλήσεις για την ιατρική κοινότητα σε παγκόσµιο επίπεδο θέτουν η γήρανση του πληθυσµού, η µετανάστευση, αλλά και η οικονοµική κρίση, κάνοντας πιθανή την επανεµφάνιση λοιµωδών νοσηµάτων.

Σύµφωνα µε τον Παγκόσµιο Οργανισµό Υγείας, ο εµβολιασµός αποτελεί µία από τις πιο αποτελεσµατικές και επωφελείς οικονοµικά υγειονοµικές παρεµβάσεις, αφού προλαµβάνει 2 – 3 εκατοµµύρια θανάτους παιδιών κάθε χρόνο. Εκτός όµως από τα παιδιά, οι εµβολιασµοί µπορούν να προστατεύσουν και τους ενήλικες. Για το λόγο αυτό, οι διεθνείς οργανισµοί εστιάζουν πλέον την προσοχή τους, όχι µόνο στον εµβολιασµό των βρεφών και των παιδιών, αλλά και των εφήβων και των ενηλίκων.

Τι όφελος προσφέρουν τα εμβόλια;

Με την αύξηση του µέσου όρου ηλικίας του γενικού πληθυσµού, ο κίνδυνος επανεµφάνισης των µεταδοτικών νοσηµάτων που προλαµβάνονται µε εµβολιασµό µεγαλώνει διαρκώς
. Οι λόγοι είναι πολλαπλοί: «Όσο µεγαλώνουµε το ανοσολογικό µας σύστηµα παρουσιάζει φυσιολογική εξασθένιση, γινόµαστε δηλαδή ευπαθέστεροι σε λοιµώξεις. Τα πράγµατα γίνονται σοβαρότερα, όταν εκτός από την ηλικία, συνυπάρχουν επιβαρυντικοί παράγοντες, όπως το κάπνισµα, τα χρόνια νοσήµατα ή η ανοσοκαταστολή. Επιπλέον, επειδή τα σηµερινά παιδιά λόγω του εµβολιασµού δεν παρουσιάζουν φυσική νόσηση, οι ενήλικες έχουν πάψει να έρχονται έµµεσα σε επαφή µε τα λοιµώδη νοσήµατα των παιδιών τους, όπως παλαιότερα, γεγονός που ενίσχυε ‘κρυφά’ την ανοσία τους.

Θα πρέπει να γνωρίζουµε ότι ορισµένες ασθένειες που είναι ήπιες για τα παιδιά (π.χ. η ερυθρά ή η ανεµοβλογιά), µπορούν, αν εµφανιστούν σε έναν ενήλικα ή σε µία έγκυο, να οδηγήσουν σε σοβαρές επιπλοκές (π.χ. βαριά πνευµονία ή συγγενείς ανωµαλίες στο έµβρυο).

Εκτός όµως από το γεγονός ότι οι ενήλικες πρέπει να εµβολιάζονται για να προστατέψουν τους εαυτούς τους, έχουν χρέος να εµβολιάζονται για να µην µεταδώσουν εν αγνοία τους ασθένειες σε βρέφη και νεογνά, που δεν έχουν ξεκινήσει ή δεν έχουν ολοκληρώσει τον εµβολιασµό τους», τονίζει µιλώντας στο life positive, η επίκουρη καθηγήτρια Παιδιατρικής, Λοιµωξιολόγος, κυρία Ιωάννα Παυλοπούλου.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Εθνική Επιτροπή Εµβολιασµών, για πρώτη φορά φέτος, αποφάσισε να καταρτίσει ενδεικτικό πρόγραµµα εµβολιασµού ενηλίκων, ώστε να υπάρχει ένας ενιαίος πίνακας αναφοράς για τους γιατρούς των ενηλίκων.

Γιατί όμως αποφεύγουμε τα εμβόλια;

Όπως επισηµαίνει η κυρία Παυλοπούλου, το γεγονός ότι το κοινό και οι γιατροί δεν βλέπουν πλέον τα θανατηφόρα λοιµώδη νοσήµατα του παρελθόντος, έχει οδηγήσει σε µία ‘χαλαρότητα’ όσον αφορά στα εµβόλια- δεν είναι µάλιστα λίγοι οι πολίτες που φοβούνται τον εµβολιασµό. Αυτό που αγνοούν, ωστόσο, είναι ότι οι ασθένειες αυτές εξαφανίστηκαν ή µειώθηκαν σηµαντικά, ακριβώς λόγω του µαζικού εµβολιασµού του παιδικού πληθυσµού. «Με τον µαζικό εµβολιασµό των παιδιών, για τα συνηθισµένα λοιµώδη νοσήµατα, αυτά έγιναν σπανιότερα. Έτσι, για παράδειγµα, στις ανεπτυγµένες χώρες βλέπουµε σπάνια πια ιλαρά ή παρωτίτιδα και κυρίως µε τη µορφή µικροεπιδηµιών σε ανεµβολίαστα ή ελλιπώς εµβολιασµένα άτοµα, ενώ σοβαρότερα νοσήµατα όπως η διφθερίτιδα ή η πολιοµυελίτιδα καταγράφονται, σπάνια και πάλι, στις αναπτυσσόµενες χώρες. Το ότι δεν βλέπουµε όµως πια αυτά τα νοσήµατα, δε σηµαίνει ότι δεν κινδυνεύουµε». Εξαιτίας της εύκολης µετακίνησης του πληθυσµού παγκόσµια, οι λοιµώδεις παράγοντες µπορεί εύκολα να µεταφερθούν από τον ένα τόπο στον άλλο και να µολύνουν ευπαθή και ανεµβολίαστα άτοµα.

Για την έλλειψη ευαισθητοποίησης σχετικά µε τον εµβολιασµό των ενηλίκων στη χώρα µας, σηµαντικό ρόλο έχει παίξει η πληµµελής Πρωτοβάθµια Φροντίδα Υγείας, η έλλειψη πληροφόρησης, αλλά και ο φόβος της ένεσης και των πιθανών ανεπιθύµητων ενεργειών των εµβολίων που προβληµατίζει πολλούς ανθρώπους.

Την ίδια ώρα, νέες προκλήσεις θέτει για την εµβολιαστική κάλυψη ακόµη και των παιδιών, η οικονοµική κρίση. «Βλέπουµε συχνά παιδιά να έρχονται στα νοσοκοµεία αναζητώντας πρωτοβάθµιες υπηρεσίες υγείας. Αν αυτό συνεχιστεί, τότε είναι πολύ πιθανό στο άµεσο µέλλον να µην είµαστε τόσο υπερήφανοι για τα ποσοστά της εµβολιαστικής µας κάλυψης στα παιδιά, που τώρα είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η πολιτεία θα πρέπει να µεριµνήσει, ώστε τουλάχιστον τα παιδιά να συνεχίσουν να εµβολιάζονται», υπογραµµίζει η κυρία Παυλοπούλου.

O εμβολιασμός των εγκύων

«Πρέπει να εµβολιάζονται οι γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης;», ρωτάµε, και η κυρία Παυλοπούλου απαντά: «Στην εγκυµοσύνη η ευθύνη µας είναι διπλή: πρέπει να προστατέψουµε την έγκυο χωρίς να βλάψουµε το έµβρυο. Δεδοµένου ότι η εγκυµοσύνη θεωρείται µια κατάσταση φυσικής ανοσοκαταστολής, η ίδια η έγκυος κινδυνεύει περισσότερο από ορισµένα νοσήµατα, όπως π.χ. τη γρίπη. Γι’ αυτό, συστήνουµε σε όλες τις γυναίκες που πρόκειται η εγκυµοσύνη τους να συµπέσει µε την περίοδο της γρίπης (χειµώνα και άνοιξη), να κάνουν το εµβόλιο της γρίπης από το φθινόπωρο. Αν το παραβλέψουν, θα πρέπει να εµβολιασθούν οπωσδήποτε στην εγκυµοσύνη, κατά προτίµηση στο 2ο ή το 3ο τρίµηνο, παρόλο που σύµφωνα µε πρόσφατα δεδοµένα ο αντιγριπικός εµβολιασµός είναι ασφαλής, ακόµη και στο 1ο τρίµηνο. Σε γενικές γραµµές, στην εγκυµοσύνη µετά την 20ή εβδοµάδα, µπορούν να γίνουν µε ασφάλεια όλα τα αδρανοποιηµένα εµβόλια (της διφθερίτιδας, του τετάνου, του κοκκύτη, της ηπατίτιδας Α και Β), εφόσον ο γιατρός κρίνει ότι υπάρχει ένδειξη, δηλαδή ότι η έγκυος βρίσκεται σε αυξηµένο κίνδυνο να νοσήσει.

Αντίθετα, στις εγκύους αποφεύγουµε τα ζωντανά-εξασθενηµένα εµβόλια, όπως της ιλαράς, παρωτίτιδας, ερυθράς και ανεµευλογιάς.

Το καλύτερο βέβαια από όλα, είναι η γυναίκα να έχει ολοκληρώσει τα εµβόλιά της, πριν µείνει έγκυος. Όλες οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας θα πρέπει να έχουν εµβολιαστεί για όλα τα νοσήµατα που πιθανόν να είναι επικίνδυνα για το έµβρυο και το νεογέννητο: την ερυθρά, την ιλαρά, την ανεµοβλογιά, τον κοκκύτη, την ηπατίτιδα Β. Επίσης, για τη γρίπη, αν η εγκυµοσύνη τους συµπίπτει µε την περίοδο κυκλοφορίας του ιού».

Η ανοσία της εγκύου και της γυναίκας µετά τον τοκετό είναι επίσης σηµαντική, αφού µεταφέρει και προστατεύει µε τα αντισώµατά της αρχικά το έµβρυο και στή συνέχεια το νεογέννητο. Αν ένα νεογέννητο κολλήσει κοκκύτη, µπορεί να κάνει εγκεφαλική αιµορραγία και να πεθάνει, αν κολλήσει γρίπη µπορεί να εµφανίσει πολύ βαριά πνευµονία. Μια έγκυος µε ανεµευλογιά, πέρα από το γεγονός ότι ενδέχεται να µεταφέρει τον ιό στο έµβρυο και αυτό να αποβληθεί ή να εµφανίσει συγγενείς ανωµαλίες, µπορεί και η ίδια να εµφανίσει βαριά πνευµονία και ακόµη και να καταλήξει. Η δε ερυθρά, νόσηµα εξαιρετικά ήπιο στα µικρά παιδιά –τόσο που συχνά δεν διαγιγνώσκεται- αν προσβάλει την έγκυο, µπορεί να οδηγήσει στη γέννηση µωρού µε σοβαρές συγγενείς ανωµαλίες.

Εκτός όµως από τη µητέρα, στο περιβάλλον του νεογέννητου, εµβολιασµένη για µεταδοτικά νοσήµατα, όπως η γρίπη και ο κοκκύτης, θα πρέπει να είναι και όλη η οικογένεια: Ο πατέρας, τα αδελφάκια, οι παππούδες, η baby sitter. Είναι σηµαντικό να φτιάξουµε ένα «προστατευτικό κουκούλι» για το νεογέννητο.

Το εμβόλιο κατά του πνευμονιόκκου

Ο πνευµονιόκοκκος είναι ένα µικρόβιο που προκαλεί σοβαρές και δυνητικά θανατηφόρες λοιµώξεις (µηνιγγίτιδα, σήψη και πνευµονία), αλλά και λιγότερο σοβαρές, εντούτοις συχνές (ωτίτιδα, ιγµορίτιδα). Ο Παγκόσµιος Οργανισµός Υγείας εκτιµά ότι 1,6 εκατοµµύρια άνθρωποι (µικρά παιδιά και ενήλικες) χάνουν τη ζωή τους κάθε χρόνο από πνευµονιοκοκκική νόσο.

Όπως εξηγεί η κυρία Παυλοπούλου, «η επίπτωση της πνευµονιοκοκκικής νόσου είναι µεγαλύτερη στις ‘ακραίες’ ηλικίες: Είναι πολύ συχνή στα µικρά παιδιά κάτω των δύο ετών και εξίσου συχνή στις ηλικίες άνω των 60-65 ετών. Η διαφορά είναι ότι στους ηλικιωµένους η θνητότητα είναι πολύ µεγαλύτερη. Η ανάγκη λοιπόν να προστατευθούµε από αυτές τις λοιµώξεις είναι προφανής.

Γι΄αυτό, µε το εµβόλιο του πνευµονιόκοκκου θα πρέπει να εµβολιάζονται όλα τα υγιή βρέφη και τα µικρά παιδιά κάτω των 5 ετών, όλοι οι ενήλικες µε ανοσοκαταστολή ή χρόνια νοσήµατα και όλοι οι ηλικιωµένοι άνω των 60-65 ετών. Τα υγιή παιδιά θα πρέπει να ξεκινούν έγκαιρα τον εµβολιασµό, από την ηλικία των 2 µηνών, µε το συζευγµένο εµβόλιο και να κάνουν 4 δόσεις, ενώ τα παιδιά που ανήκουν σε οµάδες αυξηµένου κινδύνου, θα πρέπει εκτός από το συζευγµένο, να συµπληρώνουν τον εµβολιασµό τους µε δύο δόσεις του 23-δύναµου πολυσακχαριδικού εµβολίου. Τα συζευγµένα εµβόλια είναι ασφαλή και πολύ αποτελεσµατικά στα παιδιά, καθώς µειώνουν σηµαντικά τις σοβαρές λοιµώξεις από πνευµονιόκοκκο, δηλαδή τη µηνιγγίτιδα και τη µικροβιαιµία, αλλά και την πνευµονία και την ωτίτιδα.

Τον τελευταίο χρόνο, το 13-δύναµο συζευγµένο εµβόλιο πνευµονιοκόκκου εγκρίθηκε για προαιρετική χρήση στην Αµερική και στην Ευρώπη- σε όλους τους ενήλικες άνω των 50 ή των 60 ετών. Σε ορισµένες ευρωπαϊκές χώρες µάλιστα, ο εµβολιασµός των ενηλίκων µε το 13-δύναµο εµβόλιο έχει περιληφθεί στα εµβολιαστικά προγράµµατα. Στην Ελλάδα, η Εθνική Επιτροπή Εµβολιασµού το ενέταξε στο βασικό πρόγραµµα για όλους τους ενήλικες άνω των 50 ετών, µε σκοπό την πρόληψη των σοβαρών πνευµονιοκοκκικών λοιµώξεων αλλά και της πνευµονίας, η οποία, σύµφωνα µε διεθνή στοιχεία, παρουσιάζει αυξηµένη συχνότητα µετά τα 50 έτη, ανεξαρτήτως επιβαρυντικών παραγόντων.

Το 13-δύναµο εµβόλιο πλεονεκτεί συγκριτικά µε µόνο το 23δύναµο, διότι προκαλεί ανοσολογική µνήµη. Αυτό σηµαίνει ότι εάν εµβολιασθούµε πρώτα µε 13-δύναµο και επαναλάβουµε τον εµβολιασµό µε 13-δύναµο είτε µε 23-δύναµο µετά από ορισµένο χρόνο, ο τίτλος αντισωµάτων είναι µεγαλύτερος και διαρκεί περισσότερο. Παρ’ όλα αυτά, επειδή έχουµε διαπιστώσει ότι το µικρόβιο αυτό έχει πολλούς οροτύπους που δεν περιλαµβάνονται στα υπάρχοντα εµβόλια, χρειάζεται διαρκής επαγρύπνηση και καταγραφή.

Τι περιλαμβάνει ο εμβολιασμός των ενηλίκων

Το χρονοδιάγραµµα εµβολιασµού των ενηλίκων περιλαµβάνει εµβολιασµό κατά της γρίπης, της διφθερίτιδας, του τετάνου και του κοκκύτη, της ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς (MMR), της ανεµευλογιάς, του ιού των ανθρωπίνων θηλωµάτων/HPV, του πνευµονιόκοκκου και του µηνιγγιτιδοκόκκου, της ηπατίτιδας Α και Β και τέλος, του έρπητα ζωστήρα, παρόλο που το τελευταίο δεν έχει κυκλοφορήσει ακόµα στη χώρα µας.

Ωστόσο, σύµφωνα µε την κυρία Παυλοπούλου, το ενδεικτικό αυτό πρόγραµµα έχει δυνατότητες βελτίωσης, αναπροσαρµοζόµενο ανάλογα µε τα επιδηµιολογικά δεδοµένα της χώρας µας που µεταβάλλονται. «Παρά το γεγονός ότι πριν µερικά χρόνια η καταγραφή των διαφόρων νοσηµάτων στη χώρα µας υπολειπόταν σηµαντικά, αυτό έχει αλλάξει, παρουσιάζοντας ολοένα και µεγαλύτερη βελτίωση, χάρη στη λειτουργία του ΚΕΕΛΠΝΟ».

Γιατί φοβόμαστε τα εμβόλια, αλλά όχι τα φάρμακα;

«Τα εµβόλια στοχεύουν στην πρόληψη νοσηµάτων που σπάνια πλέον βλέπουµε, ενώ τα αντιβιοτικά έρχονται να θεραπεύσουν µια ασθένεια από την οποία υποφέρουµε. Έτσι, έχουµε καταλήξει να φοβόµαστε το εµβόλιο, αντί για τη νόσο. Σε αυτό έχει συµβάλει και το γεγονός ότι ο κόσµος δεν βλέπει πια τα θανατηφόρα νοσήµατα που βλέπαµε στο παρελθόν, η ευλογιά εξαλείφθηκε, η διφθερίτιδα έχει µειωθεί σηµαντικά, η πολιοµυελίτιδα επίσης.

Κι όµως. Τα εµβόλια είναι τα ασφαλέστερα φαρµακευτικά σκευάσµατα- χορηγούνται σε εκατοµµύρια δόσεις παγκοσµίως. Επιπλέον, σήµερα υπάρχουν διεθνή συστήµατα καταγραφής των τυχόν ανεπιθύµητων ενεργειών, που επεξεργάζονται και αναλύουν προσεκτικά και µε αυστηρότητα όλα τα συµβάµατα που αναφέρονται. Όπως έχει διαπιστωθεί, τα περισσότερα από αυτά έχουν χρονολογική και όχι αιτιολογική συσχέτιση µε τα εµβόλια, είναι δηλαδή τυχαία και δεν έχουν σχέση µε τον εµβολιασµό.

Σε κάθε περίπτωση, οι ανεπιθύµητες ενέργειες από τα εµβόλια είναι εξαιρετικά σπάνιες και βέβαια πολύ, µα πολύ σπανιότερες από τις επιπλοκές των ίδιων των λοιµωδών νοσηµάτων», καταλήγει η κυρία Παυλοπούλου.

lifepositive.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ