2012-09-23 11:40:06
Φωτογραφία για Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ -  Μέρος Α'
Τα όπλα αυτής της ιδιόμορφης, παγκόσμιας σύρραξης, δεν είναι τα γνωστά συμβατικά, αλλά οι συναλλαγματικές ισοτιμίες, οι μετοχές, τα ομόλογα και τα χρηματοπιστωτικά παράγωγα - αεροπλανοφόρα οι λέσχες του διαβόλου, οι εταιρείες αξιολόγησης, τα επενδυτικά κεφάλαια και οι τράπεζες.

“Κατά τη διάρκεια του 2ουπαγκοσμίου πολέμου η γερμανική τράπεζα του Ράιχ (Reichsbank) διατηρούσε ένα πανευρωπαϊκό σύστημα «διακανονισμού πληρωμών» - κάτι ανάλογο με αυτό της ΕΚΤ. Το συγκεκριμένο σύστημα ήταν πολύ λιγότερο ένας μηχανισμός οργάνωσης της κυκλοφορίας των χρημάτων και περισσότερο μία μέθοδος καταναγκαστικής λήψης δανείων από τις κατεχόμενες χώρες, καθώς επίσης από μερικές ουδέτερες.

Σήμερα, η ΕΚΤ οφείλει στη γερμανική κεντρική τράπεζα, από το σύστημα «διακανονισμού πληρωμών» (Target II), 727,2 δις € - ποσόν που της οφείλουν οι κεντρικές τράπεζες των περισσοτέρων άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Επομένως, αν και η συμμετοχή της γερμανικής κεντρικής τράπεζας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ (10,76 δις €) είναι μόλις 18,94%, εάν υπολογίσει κανείς το «δάνειο» των 727,2 δις €, θα καταλήξει σε εντελώς άλλα ποσοστά.


Ο διοικητής τώρα της ΕΚΤ αποφάσισε την αγορά βραχυπρόθεσμων ομολόγων των χωρών του Νότου, σε απεριόριστες ποσότητες. Τα ομόλογα όμως αυτά, κυρίως της Ισπανίας και της Ιταλίας, ενδεχομένως και της Γαλλίας, θα αποτελέσουν περιουσιακό στοιχείο της ΕΚΤ, η οποία χρωστάει τεράστια ποσά στην Bundesbank - κατ' επέκταση στη Γερμανία, αφού η κεντρική τράπεζα της είναι 100% κρατική. Ουσιαστικά λοιπόν, τα ομόλογα θα ανήκουν έμμεσα στη γερμανική κεντρική τράπεζα - άρα θα έχει κυριαρχικά δικαιώματα στις χώρες που τα χρωστούν”.

.

Ανάλυση

Μετά τις τελευταίες αποφάσεις της ΕΚΤ (αγορά βραχυπρόθεσμων ομολόγων σε απεριόριστες ποσότητες), της Fed (QE3, χωρίς χρονικό περιορισμό αγορά ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου αξίας 40 δις $ μηνιαίως, διατήρηση των επιτοκίων στο μηδέν, ανταλλαγή βραχυπρόθεσμων ομολόγων με μακροπρόθεσμα), της Τράπεζας της Ιαπωνίας (αύξηση της ποσότητας χρήματος) κοκ., είναι πλέον εμφανές ότι, οι κεντρικές τράπεζες παίζουν ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι.

Το «παιχνίδι» αυτό θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί σε έναν καταστροφικό, παγκόσμιο συναλλαγματικό πόλεμο, με βασικούς αντιπάλους το δολάριο, το ευρώ και το γεν – σε μία μεγάλη οικονομική «σύρραξη», η οποία πιθανότατα θα κατέληγε σε έναν ανεξέλεγκτο πληθωρισμό άνευ προηγουμένου (σε έναν θανατηφόρο «υπερπληθωρισμό»).    

"Οι ενέσεις ρευστότητας, τα «μονεταριστικά» ναρκωτικά δηλαδή, επιδρούν μεν ακαριαία, αυξάνοντας κατακόρυφα τη διάθεση των αγορών, δημιουργούν όμως εξάρτηση και παράγουν ναρκομανείς", αναφέρουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές, ανησυχώντας για τους κινδύνους - πόσο μάλλον όταν τα χρήματα δεν καταλήγουν εκεί που θα έπρεπε, στην πραγματική οικονομία δηλαδή, αυξάνοντας τις θέσεις εργασίας, καθώς επίσης δημιουργώντας συνθήκες εξόδου από την κρίση χρέους και την ύφεση (αν και η «παραγωγή ανεργίας» είναι σκόπιμη, αφού μόνο έτσι συμπιέζονται οι αμοιβές των εργαζομένων - ενώ εξουδετερώνονται παράλληλα οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τους).    

 Από την άλλη πλευρά τώρα, τα κίνητρα των κεντρικών τραπεζών είναι διαφορετικά, παρά το ότι οι ενέργειες τους είναι οι ίδιες. Στόχος της ΕΚΤ είναι η μείωση των επιτοκίων σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες δυσκολεύονται να δανειστούν βιώσιμα από τις αγορές - οπότε η κεντρική τράπεζα είναι υποχρεωμένη να επέμβει, αγοράζοντας τα ομόλογα τους. Αντίθετα, στόχος της Fed είναι η αναθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας, η αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και η καταπολέμηση της «υπερβάλλουσας» ανεργίας - αφού οι Η.Π.Α., παρά το ότι είναι εξαιρετικά ελλειμματικές και υπερχρεωμένες, έχουν (ακόμη) τη δυνατότητα να δανείζονται με χαμηλά επιτόκια.

 Εν τούτοις, παραμένει αναπάντητη η ερώτηση, σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ενεργειών των κεντρικών τραπεζών. "Για πόσον καιρό ακόμη θα επιδρούν τα ναρκωτικά των κεντρικών τραπεζών;", αναρωτιούνται οι περισσότεροι οικονομολόγοι. "Μήπως σε δύο ή τρία χρόνια θα διαπιστωθεί ότι, τα νέα χρήματα δεν έφτασαν ποτέ στις αγορές, δημιουργώντας μία τεράστια νέα φούσκα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η έκρηξη της οποίας θα ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθεί;", συμπληρώνεται εύλογα η ερώτηση, χωρίς να υπάρχει καμία δυνατότητα απάντησης της.

 Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί κανείς στην πρώτη παγκόσμια συναλλαγματική σύρραξη, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο και τελείωσε λίγο πριν ξεκινήσει ο 2ος – με «υποκινητή» την τράπεζα του Ράιχ, η οποία αγόραζε βραχυπρόθεσμα κρατικά ομόλογα, για να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα και τα χρέη της χώρας της (κάτι που μας θυμίζει τις ενέργειες τόσο της Fed, όσο και της ΕΚΤ σήμερα).

 Οι Γερμανοί Πολίτες τότε δεν αντέδρασαν καθόλου - παρά το ότι τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής μείωναν διαρκώς τα πραγματικά εισοδήματα τους, λόγω της αύξησης των τιμών. Στο τέλος, το 1922, η εκτύπωση νέων χρημάτων έφτασε στο ζενίθ της – ενώ το 1923 τυπωνόταν μόνο η μία πλευρά των χαρτονομισμάτων, για να εξοικονομηθεί χρώμα. Η εισαγωγή του κανόνα του χρυσού μεταξύ των ετών 1925 και 1931, οδήγησε στον πρόσκαιρο τερματισμό του συναλλαγματικού πολέμου μέσω των νομισματικών ισοτιμιών – αν και συνεχίστηκε με τους λογαριασμούς σε χρυσό, καθώς επίσης με τα επιτόκια.

Στο ζενίθ αυτής της διαδικασίας, το 1933, ο τότε Αμερικανός πρόεδρος απαγόρευσε την κατοχή χρυσού από τους ιδιώτες – έτσι ώστε να υποτιμηθεί το δολάριο απέναντι στο χρυσό, χωρίς να κερδοσκοπήσουν οι ιδιοκτήτες χρυσού.

 Το πώς ακριβώς τελείωσε ο πρώτος συναλλαγματικός πόλεμος, (παρά το ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε η σημερινή φούσκα χρεών και παραγώγων, η οποία θα μπορούσε να επιταχύνει απίστευτα τη διαδικασία, πολλαπλασιάζοντας την καταστροφή), είναι σε όλους μας γνωστό – με το ξέσπασμα οικονομικών κρίσεων άνευ προηγουμένου, με μαζική ανεργία, με πολιτικές ανακατατάξεις, με κοινωνικές αναταραχές, καθώς επίσης με διακρατικές αντιπαλότητες, οι οποίες οδήγησαν στο 2οπαγκόσμιο πόλεμο.                  

 Στα πλαίσια αυτά, είναι μάλλον εύλογο να αναλύσει κανείς το θέμα της σταθερότητας των τιμών σε κάποιο βαθμό, αφού οφείλει να είναι προετοιμασμένος για το ενδεχόμενο μίας πληθωριστικής έκρηξης άνευ προηγουμένου - κρίνοντας από το ότι, οι σημερινές συνθήκες θυμίζουν εκπληκτικά ανάλογες εποχές από το παρελθόν

Η ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

Η δυνατότητα μίας κεντρικής τράπεζας να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών, βασίζεται στην ικανότητα της να αυξάνει και να μειώνει την ποσότητα χρήματος, με την οποία τροφοδοτεί τις εκάστοτε οικονομίες. Η ικανότητα της αυτή δοκιμάζεται στην πράξη, όταν υπάρξει ανάγκη αύξησης των επιτοκίων - σχεδόν ποτέ πριν.

Ένας από τους τρόπους τώρα, τους οποίους έχει στη διάθεση της μία κεντρική τράπεζα για να απορροφήσει τα πλεονάζοντα χρήματα από την αγορά, όταν αυξάνονται τα επιτόκια, είναι η πώληση ομολόγων - το αντίθετο δηλαδή από αυτό που συμβαίνει σήμερα, όπου οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν ομόλογα, αυξάνοντας την ποσότητα χρήματος.

 Όταν όμως αυξάνονται τα επιτόκια (για να αποφευχθεί η υπερθέρμανση της οικονομίας και ο πληθωρισμός που προκαλούν τα χαμηλά επιτόκια), μειώνεται η αξία των κρατικών ομολόγων στα βιβλία (ισολογισμό) της κεντρικής τράπεζας. Το πρόβλημα που προκύπτει τότε είναι το εάν τα συγκεκριμένα ομόλογα έχουν αρκετή αξία, για να απορροφηθεί η απαιτούμενη ποσότητα χρήματος.

Στο παράδειγμα της Fed, εάν τα επιτόκια αυξανόταν μόλις κατά 1% (πηγή: Guggenheim P.), η αξία των ομολόγων στον Ισολογισμό της θα μειωνόταν κατά 8% - θα ήταν δηλαδή περί τα 200 δις $ χαμηλότερη από τη σημερινή. Σαν αποτέλεσμα ενός τέτοιου ενδεχομένου, η μείωση αυτή θα απορροφούσε (εξαφάνιζε) το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της Fed - οπότε η τράπεζα θα έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθεί άμεσα, με χρήματα της κυβέρνησης των Η.Π.Α.

Η αμέσως επόμενη ερώτηση θα ήταν τότε, από που θα έβρισκε η κυβέρνηση τα αναγκαία χρήματα, για να ανακεφαλαιοποιήσει τη Fed - πόσο μάλλον αφού ο ετήσιος προϋπολογισμός της είναι ελλειμματικός (το δημόσιο χρέος είναι της τάξης του 100% του ΑΕΠ της). “Απλούστατα, θα έπρεπε να εκδώσει και να πουλήσει ομόλογα”, είναι η εύλογη απάντηση.

Εν τούτοις, υπάρχει ένα πρόβλημα στο συγκεκριμένο σενάριο: η έκδοση νέων ομολόγων θα είχε σαν αποτέλεσμα την περαιτέρω πτώση της τιμής τους, λόγω αυξημένης προσφοράς, δημιουργώντας ξανά προβλήματα στη Fed(όσον αφορά τα παλαιότερα ομόλογα που έχει στην κατοχή της). Δηλαδή, θα δημιουργούσε νέες «τρύπες» στον ισολογισμό της, ανάγκη νέων κεφαλαίων κλπ. – γεγονός που θα οδηγούσε σε έναν ατέρμονα φαύλο κύκλο, με επώδυνη κατάληξη.

 Απλούστερα η επικρατούσα άποψη, σύμφωνα με την οποία τα ίδια κεφάλαια μίας κεντρικής τράπεζας δεν παίζουν μεγάλο ρόλο, αφού μπορεί πάντοτε να «τυπώνει» νέα χρήματα, δεν είναι εντελώς σωστή. Η δυνατότητα εκτύπωσης νέων χρημάτων λειτουργεί μόνο για εκείνο το χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέπουν - όπως στις περιόδους ύφεσης. Σε οικονομικές συνθήκες όμως, κατά τις οποίες μία κεντρική τράπεζα είναι υποχρεωμένη να αποσύρει χρήματα από την αγορά (την υπερβάλλουσα ποσότητα ρευστότητας δηλαδή), για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, η εκτύπωση χρημάτων δεν αποτελεί πλέον επιλογή ή/και δυνατότητα.

 Φυσικά η Fed, σε μία τέτοια περίπτωση, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει άλλα όπλα - όπως για παράδειγμα να αυξήσει δραματικά την αξία των περιουσιακών της στοιχείων, έτσι ώστε να υπερκαλύψει τον περιορισμό των ιδίων κεφαλαίων της (τα 200 δις $ στο παράδειγμα μας). Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να το επιτύχει, καθορίζοντας την τιμή της μίας «ουγγιάς» χρυσού στα 10.000 $, από τα 1.774 $ που είναι περίπου σήμερα. Μία τέτοια ενέργεια θα ήταν αρκετή, για να μπορεί να καλύπτει (αντίκρισμα) ο χρυσός που έχει στη διάθεση της, όλα τα δολάρια που ευρίσκονται στην κυκλοφορία (πριν την έξοδο από τον κανόνα του χρυσού, όπου κάθε δολάριο είχε αντίκρισμα σε χρυσό, η τιμή ήταν περί τα 35 $).

Για να μπορέσει όμως να αυξηθεί η τιμή στα 10.000 $ (αυτή θα ήταν σε περίπτωση επιστροφής στον κανόνα του χρυσού), η Fed θα έπρεπε να ανακοινώσει ότι, θα ήταν πρόθυμη να αγοράσει όλο το χρυσό που θα της προσφερόταν, σε αυτήν την τιμή. Σε μία τέτοια περίπτωση, δεν θα πουλούσε προφανώς κανένας το χρυσό του σε χαμηλότερη τιμή – οπότε η αύξηση θα ήταν μάλλον δεδομένη.

 Η συγκεκριμένη κίνηση βέβαια της Fed, θα είχε αντίκτυπο σε πολλές άλλες χώρες - ιδιαίτερα σε αυτές που διαθέτουν μεγάλα αποθέματα χρυσού, όπως στις ευρωπαϊκές. 

Στον Πίνακα Ι που ακολουθεί, φαίνονται τα (επίσημα) αποθέματα χρυσού σε διάφορα κράτη:

 ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Αποθέματα χρυσού σε τόνους και ποσοστό του στα συνολικά συναλλαγματικά αποθέματα ορισμένων χωρών.

Χώρα

2000

2010

Μερίδιο σε %

Η.Π.Α.

8.137,9

8.133,5

72,1

Γερμανία

3.468,6

3.402,5

67,4

Ιταλία

2.451,8

2.451,8

66,2

Γαλλία

3.024,6

2.435,4

65,7

Κίνα

395,0

1.054,1

1,5

Ελβετία

2.419,4

1.040,1

15,1

Ιαπωνία

763,5

765,2

2,7

Ρωσία

384,4

726,0

5,7

Ινδία

357,8

557,7

7,4

Πορτογαλία

606,7

382,5

79,6

Μ. Βρετανία

487,5

310,3

15,6

Τουρκία

116,3

116,1

5,6

Ελλάδα

132,6

111,7

76,5

Πηγή: WP-IMF

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Η ζήτηση του χρυσού, στο 2ο τετράμηνο του 2011, ανήλθε στους 919,8 τόνους (44,5 δις $). Η Κίνα και η Ινδία ήταν οι κυριότεροι αγοραστές, με συνολικά 52% της παγκόσμιας ζήτησης σε ράβδους χρυσού και νομίσματα - 55% για τη βιομηχανία κοσμημάτων.  Η ζήτηση εκ μέρους της Ινδίας αυξήθηκε κατά 38% σε σχέση με το αντίστοιχο τετράμηνο του προηγούμενου έτους (παρά την άνοδο της τιμής), ενώ της Κίνας κατά 25% - γεγονότα που δεν μπορεί να θεωρηθούν τυχαία. 

Για παράδειγμα η Ιταλία, η οποία διαθέτει μεγάλες ποσότητες χρυσού, θα μπορούσε να προσφέρει ξαφνικά επαρκείς εγγυήσεις στην ΕΚΤ, έναντι νέου δανεισμού της - αφού η αξία των αποθεμάτων της θα αυξανόταν ραγδαία.

Με τον τρόπο αυτό λοιπόν η Fed θα μπορούσε να διασώσει, εκτός από την ίδια την υπόσταση της και τις Η.Π.Α., αρκετά άλλα κράτη - καθώς επίσης το ευρώ. Άλλες χώρες βέβαια, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ρωσία, δεν θα απολάμβαναν τα ίδια «προνόμια» - λόγω των χαμηλών αποθεμάτων χρυσού που διαθέτουν.

Ολοκληρώνοντας, αν και κατά πολλούς η επιστροφή στον κανόνα του χρυσού δεν αποτελεί επιλογή (μεταξύ άλλων επειδή το χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν θα ήταν ευέλικτο, οπότε ο πλανήτης θα απειλούταν με μία μεγάλη ύφεση), η τελική απόφαση θα ληφθεί από τον πληθωρισμό - καθώς επίσης από την διατήρηση ή μη της εμπιστοσύνης των πολιτών στα χάρτινα χρήματα.  

Η δυνατότητα πάντως υπάρχει - ενώ θα επρόκειτο για μία σημαντικότατη απόφαση, η οποία θα αφορούσε τη μελλοντική παγκόσμια οικονομική και κοινωνική πολιτική. Όσον αφορά τα πλεονεκτήματα της επαναφοράς του κανόνα του χρυσού, είναι κατά την άποψη πολλών εμφανέστατα:

Αναλυτικότερα, η ποσότητα χρήματος δεν θα καθοριζόταν πια αυθαίρετα, αλλά από την εξόρυξη του χρυσού (υπολογίζεται πως αυξάνεται 1,5% ετησίως, οπότε είναι μέσα στα λογικά πλαίσια ενός «δημιουργικού» πληθωρισμού), οι κερδοσκοπικές επιθέσεις και οι υπερβολές (φούσκες) δε θα ήταν πλέον δυνατές, στο βαθμό που είναι με τα χάρτινα χρήματα, οι κυκλικές κρίσεις, οι οποίες προέρχονται από τη δημιουργία νέων χρημάτων (πιστωτική επέκταση) και το «κάψιμο χρημάτων» (πιστωτική συρρίκνωση) θα αποτελούσαν παρελθόν κλπ. 

Επειδή το κείμενο είναι μεγαλύτερο από τι επιτρέπει το  blogger.com, αναρτήθηκε σε δυο μέρη. Συνέχεια στο Μέρος Β'.

Βασίλης Βιλιάρδος  

Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. 

.
Πηγή
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ -  Μέρος Β'
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ - Μέρος Β'
Επισκόπηση Τύπου
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Επισκόπηση Τύπου
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ