2012-06-11 13:57:06
Φωτογραφία για Επικίνδυνος σήμερα ο Νεοναζισμός
Γράφει ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς

Αλήθεια ποιοι έχουν δίκιο; Αυτοί που υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο της αναβίωσης του ναζισμού είναι μια «περιστασιακή υστερία» που θα εκφυλιστεί ή εκείνοι που φοβούνται ότι ο ναζισμός με όλα τα «συμπαρομαρτούντα» θα εξαπλωθεί ακόμα περισσότερο και θα φτάσει να αλώσει την εξουσία αρχικά της Γερμανίας (και μάλιστα μέσα από διαδικασίες του κοινοβουλευτισμού, όπως συνέβη και με τον Αδόλφο Χίτλερ;) ο φόβος δεν είναι αδικαιολόγητος, καθώς οι πολιτικές «πτέρυγες» των ακροδεξιών, ναζιστών και ρατσιστικών ρευμάτων σημειώνουν επιτυχίες στις εκλογές διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών και στην ίδια τη Γερμανία.

Πόση δύναμη μπορεί να αποκτήσουν οι πολιτικές εκφράσεις του νεοναζισμού, δεν μπορεί να εκτιμηθεί επακριβώς, αλλά το φαινόμενο των καιρών είναι ανησυχητικό καθώς η προπαγάνδα και η έμπρακτη κίνηση των ομάδων του «νεορατσισμού», έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα ζόφου σε ολόκληρη την Ευρώπη
. Αν και η επανένταξη των ακροδεξιών κομμάτων στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή τοποθετείται στη δεκαετία του 1980, η έξαρση του «κινήματος» στον τομέα της πρακτικής εμφάνισης της «ιδεολογίας» και των στόχων αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια, από τότε που οι πρόσφυγες και μετανάστες από τις χώρες του άλλοτε κουμμουνιστικού μπλοκ άρχισαν να καταλύουν την Δυτική Ευρώπη και τη Γερμανία φυσικά. Η «ξενοφοβία» που είχε καλλιεργηθεί από παλαιότερα απέναντι στους μετανάστες και τους πρόσφυγες του Τρίτου Κόσμου, από τους ηγέτες των ακροδεξιών πολιτικών δυνάμεων, όπως ο Λεπέν της Γαλλίας έγινε σημείο αιχμής και πρόσχημα της νέας φασιστικής επίθεσης εναντίον των Ευρωπαϊκών κοινωνιών, οι οποίες βρέθηκαν σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστες και σε μεγάλη αμηχανία για το πώς θα αντιδράσουν. Και αυτή η αμηχανία διατηρείται ακόμη, καθώς οι συμμορίες των νεοναζιστών στη Γερμανία σκορπούν τη φρίκη και τρομοκρατούν ακόμη και της πολιτικές ηγεσίες, όχι μόνο στη χώρα που «εξέθρεψε» τον ναζισμό, αλλά και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Μια αναμφισβήτητη διαπίστωση είναι ότι σήμερα σε αντίθεση με την περασμένη δεκαετία, το φαινόμενο της επιχείρησης αναβίωσης του φασισμού στην Ευρώπη δεν είναι πρόσκαιρο, αλλά αποτελεί ήδη μια δυσάρεστη πραγματικότητα. «Το ακροδεξιό κίνημα σήμερα ενδύεται τα παραδοσιακά ιδεολογικά σχήματα και σύμβολα του μεσοπολεμικού ναζισμού»- σημειώνεται σε μια σχετική ανάλυση του γερμανικού περιοδικού «Σπίγκεζ» στην οποία αναφέρεται επίσης: «Πρόκειται για μια εξέλιξη η οποία αναδιατάσσει ριζικά το ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό και εγγράφει σαφέστατα αποσταθεροποιητικές προοπτικές . Ακολουθώντας θεαματική ανοδική πορεία στις περισσότερα χώρες, εδραιώθηκε ως διακριτή τάση στο ευρωπαϊκό πολιτικό στερέωμα, όχι μόνο στα εθνικά κοινοβούλια, αλλά και στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Μάλιστα η άκρα δεξιά δεν αποτελεί πλέον ένα αποκλειστικά δυτικοευρωπαϊκό πολιτικό φαινόμενο. Αποτελεί επίσης πραγματικότητα τόσο στη βόρεια και κεντρική όσο και στην Ανατολική Ευρώπη ενώ παράλληλα έχουν αναπτυχθεί σημαντικά και οι διεθνείς διασυνδέσεις μεταξύ των ακροδεξιών κομμάτων και οργανώσεων.

Πόσο έχουμε εκτιμήσει στο βαθμό που χρειάζεται (για να έχουμε και το κίνητρο της αποφασιστικής αντίστασης) αυτή την αδιάψευστη πραγματικότητα; Είναι αλήθεια ότι βαθμιαία η κοινή γνώμη της Γερμανίας, όπου βρίσκεται το «κλειδί» του προβλήματος, συνειδητοποιεί το τι ακριβώς σημαίνει η παράλληλη δράση των νεοναζιστικών συμμοριών σε βάρος των ξένων και η πολιτική ενδυνάμωση των ακροδεξιών δυνάμεων σε μόνιμο επίπεδο. Πολλοί θεωρούν ότι όταν ξεπεράσουν τα προβλήματα της οικονομικής ύφεσης που δημιουργήθηκαν από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, με τη συγκέντρωση μυριάδων προσφύγων, μεταναστών και λαθρομεταναστών κυρίως στη Γερμανία, αυτομάτως το νεοναζιστικό ρεύμα θα εξασθενήσει και τα ακροδεξιά κόμματα θα πέσουν στα επίπεδα της ασημαντικόττητας, που είναι η φυσιολογική θέση τους. Δεν συμμερίζονται όμως όλοι αυτή την αισιόδοξη άποψη. Και αυτό γιατί ήδη στην Ευρώπη και περισσότερο στη Γερμανία, έχουν διαμορφωθεί πλέον συγκεκριμένες καταστάσεις και «προβλήματα» που ευνόησαν και θα εξακολουθούν να ευνοούν τα ακροδεξιά κόμματα για των οποίων ο νεοναζισμός επιχειρεί να εκπορευθεί, μακροπρόθεσμα ίσως αλλά προγραμματικά την εξουσία. Πρέπει όλοι στην Ευρώπη να αντιληφθούν ότι υπάρχει και όχι φανταστικός κίνδυνος.

Οι αντιρατσιστικές διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε πόλεις των ευρωπαϊκών χωρών των τελευταίο καιρό, δείχνουν ότι υπάρχει αυξανόμενη αντίδραση στην επιθετικότητα των νεοναζιστών. Στη Γερμανία στις διαδηλώσεις συμμετέχουν εκτός από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, το οποίο είναι η «πολιτική κάλυψη» των ρατσιστών και εξτρεμιστών.

Οι διαδηλωτές ζητούν από τα κόμματα και την κυβέρνηση να κάνουν αποφασιστικά βήματα για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας και της ξενοφοβίας. Σε έκθεση των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών αναφέρεται ο αριθμός των ακροδεξιών εξτρεμιστών στη Γερμανία φθάνει τους 65.000.

Από αυτούς οι 6.500 περίπου χιλιάδες θεωρούνται οι πιο μάχιμοι. Η πλειονότητα τους είναι κάτοικοι της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, οι οποίοι στρατολογήθηκαν από άτομα ανάλογων πεποιθήσεων στη Δύση, μετά την πτώση του Βερολίνου. Αυτοί οι αριθμοί είναι μικρότεροι από αυτούς που φαίνεται να είναι πραγματικοί. Οι νεοναζιστές κάθε είδους είναι περισσότεροι και αυτό συνάγεται από τις χιλιάδες επιθέσεις τους σε εκατοντάδες πολίτες της Γερμανίας τα τελευταία δυο χρόνια. Το ρεύμα γίνεται ολοένα ορμητικότερο και η εκμετάλλευση των περιστάσεων από τα πολιτικά σκέλη του νεοφασισμού δείχνει τα αποτελέσματα της στις εκάστοτε εκλογές, όπου η δύναμη των ακροδεξιών κομμάτων αυξάνεται θεματικά.

«Η θέση των μεσαίων στρωμάτων είναι καθοριστικής σημασίας για το φασιστικό φαινόμενο. Η μεσαία τάξη υπεραντιπροσωπεύεται σαφώς ανάμεσα στους υποστηρικτές των φασιστικών κινημάτων, όπως γράφει σε άρθρο της η «MODE» και συνεχίζει « ο φασισμός αποτέλεσε μοναδικό ιστορικό προηγούμενο για την αυτόνομη πολιτική παρουσία των μικροαστικών στρωμάτων. Το ιστορικό αυτό στοιχείο δεν είναι τόσο προφανές στη σημερινή συγκυρία και αυτό είναι μια διαφορά του παρελθόντος από το σήμερα. Η πολιτική κινητοποίηση των μεσαίων στρωμάτων δεν είναι βασικό χαρακτηριστικό της τωρινής μορφής του φασιστικού φαινομένου. Αντιθέτως, η σημερινή κοινωνική βάση των ακροδεξιών κομμάτων εμφανίζεται περισσότερο διαταξική ή ακόμη και λαϊκή.

Σίγουρα η διάλυση της Αριστεράς, ιδιαίτερα της κουμμουνιστικής, αφήνει ένα σημαντικό κενό πολιτικής εκπροσωπήσεως των λαϊκών στρωμάτων που δεν υπήρχε στον μεσοπόλεμο. (λαϊκά μέτωπα) Η θεμελιώδης διαφορά όμως παλίου και νέου φασισμού οφείλεται στη σημερινή, εντελώς διαφορετική μορφή του διεθνούς οικονομικού και πολιτικού συστήματος. Εκείνο που διαφέρει ριζικά από το παρελθόν είναι η στρατηγική των κυρίαρχων τάξεων. Ο φασισμός δεν αποτελεί και δεν μπορεί να αποτελεί σήμερα στρατηγική των κυρίαρχων τάξεων της Δυτικής Ευρώπης. Και η ιστορική έρευνα έχει αποδείξει ότι η άνοδος του φασισμού στην εξουσία έγινε δυνατό μόνο όταν το ναζιστικό κίνημα εξασφάλισε και την υποστήριξη των κυρίαρχων τάξεων.

Το φαινόμενο του σημερινού φασισμού απλώνεται και στην Ανατολική Ευρώπη πέρα από τη Γερμανία που η ενοποίηση ποικίλες αντιδράσεις λόγω της τεράστιας οικονομικής διαφοράς ανάμεσα στην Ανατολική και τη Δυτική Γερμανία. Στις δεκαετίες των κουμμουνιστικών καθεστώτων δεν μπορούσε να υπάρξει ανάπτυξη του νεοναζισμού και του φασισμού στις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες και είχε πιστευτεί μάλιστα ότι δεν υπάρχει καν θέμα από καμία άποψη για τις χώρες εκείνες. Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων η εικόνα αλλάζει.

Η γαλλική «Λιμπερασίον» σε ένα ειδικό αφιέρωμα γράφει: «Σαράντα πέντε χρόνια διεθνισμού και αντιφασισμού δεν απέτρεψαν την αφύπνιση της Δεξιάς στην Ανατολική Ευρώπη. Προς το παρόν βέβαια στους κόλπους των κοινοβουλίων που δημιουργήθηκαν από ελεύθερες εκλογές τα ακροδεξιά κόμματα είναι περιθωριακά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εφησυχάζει κανέναν. Η εμφάνιση ή επανεμφάνιση αυτών των ακροδεξιών κομμάτων αντιπροσωπεύει πολλά ανησυχητικά φαινόμενα. Πρώτον παράλληλα με την αύξηση της ξενοφοβίας στη Δύση παρατηρείται και η εξάπλωση του ρατσισμού στην Ανατολή: αντισημιτισμός, ρατσισμός εναντίον των Τσιγγάνων και των Αράβων προσφύγων. Επίσης ένα χάσμα δημιουργείται ανάμεσα στα δημοκρατικά κόμματα, τα οποία αμέσως μετά την ίδρυση τους βυθίστηκαν στα εσωτερικά προβλήματα τους και την κοινή γνώμη η οποία ύστερα από 45 χρόνια ολοκληρωτισμού παραμένει δύσπιστη απέναντι στην πολιτική. Τέλος η μετάβαση από τη συγκεντρωτική οικονομία, με τις στρατιές των ανέργων και των νεόπλουτων που δημιούργησε, έχει ενθαρρύνει την λαϊκή δημαγωγία.

Το νεοφασιστικό φαινόμενο αναπτύσσεται ως πολιτικό και ιδεολογικό κίνημα, που εκφράζει τη διευρυνόμενη κοινωνική δυσφορία απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια, χώρες της Ευρώπης, όπως η Ιταλία, ή η Γαλλία έδωσαν με την αποκαλυφθείσα πολιτική διαφορά επιχειρήματα στην άκρα δεξιά για να καλλιεργήσει ακόμα εντονότερα το λαϊκισμό της κινδυνολογίας όχι μόνο σε ότι αφορά τους ξένους αλλά και το πολιτικό σύστημα το οποίο εμφανίζονται να μάχονται. Το νεοφασιστικό φαινόμενο πάντως, «περά του αντικοινοβουλευτικού χαρακτήρα του, δεν συνιστά και κυρίως δεν γίνεται αποδεκτό ως πολιτικό σχέδιο για την αναμόρφωση του κράτους» Πρέπει όμως να έχουμε διαρκώς υπόψη μας ότι «οι Ευρωπαίοι γίνονται διαρκώς όλο και λιγότερο ανεκτικοί, απέναντι στους «άλλους» ανεξάρτητα από το ον πρόκειται για άτομα διαφορετικής φυλής, θρησκείας, κουλτούρας ή κοινωνικής τάξης.

Όπως και να δει κανείς το ζήτημα της αναβίωσης του φασισμού στην Ευρώπη, δεν μπορεί παρά να επικεντρώσει το ενδιαφέρον και τις ανησυχίες στη Γερμάνια Και αυτό είναι απολύτως δικαιολογημένο λόγω του παρελθόντος. Το ναζιστικό πρόγραμμα του Χίτλερ είχε κερδίσει σταδιακά την υποστήριξη των μεσαίων, αλλά και ενός τμήματος των λαϊκών στρωμάτων, συμπυκνώνοντας σε ένα ηγεμονικό σχέδιο της προοπτικής της γερμανικής εθνικής ενότητας και της επέκτασης προς ανατολάς, την οικονομική ανάπτυξη με μοχλό την πολεμική βιομηχανία, την εδραίωση της Γερμανίας στην κορυφή του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Ο ισχύων τότε προστατευτισμός του διεθνούς εμπορίου έθεσε ισχυρούς φραγμούς, περιορίζοντας την γερμανική βιομηχανική παραγωγή στα ασφυκτικά όρια της εσωτερικής αγοράς.

Σήμερα η Γερμανία αποτελεί την ισχυρότερη οικονομικά και πολιτικά χώρα της Ε.Ο.Κ. Καταλαμβάνει σταδιακά ηγεμονική θέση, τόσο στο χώρο της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης όσο και στο χώρο των Βαλκανίων, ενώ διευρύνει διαρκώς το μερίδιο της στο διεθνές εμπόριο και στις κεφαλαιαγορές. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες αναπτύσσεται το νεοφασιστικό φαινόμενο και όπως έδειξε μια δημοσκόπηση του ινστιτούτου «Αλενσμπάχ» το 35% των Γερμανών θεωρεί την άνοδο του νεοναζισμού ως το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας. Ούτε η μαζική αντιναζιστική διαμαρτυρία που εκδηλώθηκε ως αντίσταση και αντίδραση στο κόμμα των φασιστικών επιθέσεων του τελευταίου καιρού, ούτε και η κρατική κατασταλτική παρέμβαση, που έθεσε εκτός νόμου ορισμένες ακραίες ομάδες να ανακόψουν την ανοδική πορεία των Ρεμπουπλικανών. Μάλιστα κάτω από το βάρος της κρατικής καταστολής αναζητούσαν καταφύγιο και συσπειρωθήκαν, υπό τον κοινοβουλευτικό μανδύα των Ρεμπουπλικανών, οι πλέον ακραίες τάσεις του νεοφασιστικού κινήματος.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει εξάλλου το γεγονός ότι το σημερινό ευρωπαϊκό κοινοβούλιο η δύναμη της ακροδεξιάς ανέρχεται σε 23 ευρωβουλευτές. Στο Στρασβούργο το Γαλλικό Εθνικό Μέτωπο, οι Γερμανοί Ρεμπουμπλικανοί και το Βελγικό Βλάαμς Μπλοκ συγκρότησαν χωρίς τους Ιταλούς την ακροδεξιά ομάδα του ευρωκοινοβουλίου υπό την καθοδήγηση του περιβόητου Ζαν Μαρί Λεπέν. Σήμερα η εκλογική απήχηση της ακροδεξιάς κυμαίνεται στις περισσότερες χώρες μεταξύ 10%-15% του εκλογικού συστήματος. Οι ανησυχίες των Ευρωπαίων δεν είναι αδικαιολόγητες. Όσο και να θέλει κανείς να θεωρήσει το νεοφασισμό παροδικό φαινόμενο τα πραγματικά δεδομένα και οι τάσεις που υπάρχουν φέρουν το ναζιστικό κίνδυνο όλο και πιο σοβαρό.
I-Reporter
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ